Ρωμανὸς Βατοπαιδινός, μοναχὸς (1889-1966)
Ἕνας ἀπὸ τοὺς τελευταίους τῆς λαμπρῆς χορείας τῶν βατοπαιδινῶν μουσικῶν εἶναι ὁ πρωτοψάλτης Ρωμανός. Γεννήθηκε τὸ 1889 στὸ Γομάτι τῆς Χαλκιδικῆς. Προσῆλθε στὴν Μονὴ Βατοπαιδίου τὸ 1919. Ξεκίνησε τὴν μαθητεία του στὴν ψαλτικὴ τέχνη κοντά στὸν πρωτοψάλτη Βασίλειο Νικολαΐδη Ζαγκλιβερινό. Διετέλεσε γιὰ ἕνα διάστημα πρωτοψάλτης στὸν ναὸ τῆς Ἀναστάσεως στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ μετέπειτα στὸν ναὸ τοῦ Πρωτάτου τῶν Καρυῶν. Στὴν συνέχεια ἀνέλαβε πρωτοψάλτης τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου, ὅπου καὶ ὑπηρέτησε ὣς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Τὸ 1944 προήχθη σὲ προϊστάμενο τῆς Μονῆς. Ὁ Ρωμανὸς δίδαξε μουσικὴ σὲ πολλοὺς μοναχοὺς καὶ λαϊκούς. Ἀπὸ τοὺς μαθητές του ξεχωρίζει ὁ μοναχὸς Ἰγνάτιος, ὁ ὁποῖος συνέψαλλε μαζί του καὶ ἦταν ὁ ἀντικαταστάτης του στὸ δεξιὸ ἀναλόγιο τῆς Μονῆς. Ὁ Ρωμανὸς ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὴν μελοποιία. Στὴν βιβλιοθήκη τοῦ Βατοπαιδίου σώζονται περισσότεροι ἀπὸ εἴκοσι αὐτόγραφοι κώδικές του μὲ συνθέσεις, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, ἀνέκδοτες. Στὸν «Μουσικὸ Θησαυρὸ τῆς Λειτουργίας», ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1931, περιέχονται λειτουργικὰ σὲ ἦχο πρῶτο δίφωνο. Ἀπεβίωσε τὸ 1966.