Ἰωαννίκιος ὁ Κύπριος, Ἀρχιμανδρίτης († 1871)
Καταγόμενος ἀπὸ τὸν Πεδουλᾶ τῆς Κύπρου σπούδασε στὴν Σχολὴ τῶν Κυδωνιῶν. Ὡς μοναχὸς τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου διετέλεσε πολλὰ χρόνια ἀρχιγραμματέας τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος κατὰ τὰ χρόνια της ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ἀφοῦ χεροτονήθηκε ἀρχιμανδρίτης τὸ 1846 ἀπεστάλη ἀπὸ τὴν Μονὴ στὸ Κισνόβιο τῆς Βεσσαραβίας, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Γρηγορίου Εἰρηνουπόλεως, ὡς ἔξαρχος τῶν ἐκεῖ βατοπαιδινῶν μετοχίων, γιὰ 12 χρόνια. Ἀκολούθως ἐπέστρεψε στὴν Μονὴ Βατοπαιδίου, τὴν ὁποία διοίκησε καὶ κατεύθυνε μὲ πολλὴ σύνεση ὡς πρῶτος της ἐπίτροπος. Μὲ δαπάνες του τοιχογραφήθηκε τὸ προστῶο τῆς εἰσόδου τῆς Μονῆς, τὸ 1858, στὸ ὁποῖο εἰκονίζονται καὶ οἱ σοφοὶ τῆς ἀρχαιότητος. Πέθανε τὸ 1871 σὲ ἡλικία 80 ἐτῶν. Ἦταν λάτρης τῶν γραμμάτων καὶ βοήθησε στὴν δημιουργία ἀλληλοδιδακτικοῦ σχολείου στὴν γενέτειρά του Πεδουλᾶ καὶ συνέβαλε οὐσιαστικῶς στὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ Παγκύπριου Γυμνασίου τῆς Λευκωσίας, ἀνακηρυχθεὶς ἀπὸ τὸ συμβούλιό του ὡς μέγας εὐεργέτης. Ἀντικείμενά του, ὅπως σταυροὶ ἁγιασμοῦ, εἰκόνες καὶ βιβλία, σώζονται στὸ σκευοφυλάκιο τῆς Μονῆς.