Δαμιανὸς Βατοπαιδινός, ἱερομόναχος (β’ μισὸ 17ου – ἀρχὲς 18ου αἰώνα)
Ἀκμάζει ἀπὸ τὸ 1680 ὣς τὸ 1710. Ἡ γέννησή του τοποθετεῖται στὶς δεκαετίες 1640 μὲ 1650. Μαθήτευσε κοντὰ στὸν περίφημο Ἁγιορείτη μουσικό, τὸν Κοσμᾶ Ἰβηρίτη. Μὲ τὴν σειρά του, ὁ Δαμιανὸς ἀναδεικνύει πολλοὺς καὶ καταξιωμένους μουσικούς, ἀλλὰ ἔμεινε γνωστὸς ὡς «ὁ διδάσκαλος τῶν πολιτῶν μουσικῶν», μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ Παναγιώτης Χαλάτζογλου, πρωτοψάλτης τοῦ Πατριαρχείου καὶ ὁ Πέτρος Μπερεκέτης ὁ Βυζάντιος. Τὸ συνθετικό του ἔργο εἶναι μεγάλο, ἀλλὰ τὸ ἔργο μὲ τὸ ὁποῖο ἔμεινε περισσότερο γνωστὸς καὶ ἀνθολογήθηκε πολύ, εἶναι τὸ ὀκτάηχο Θεοτοκίο «Τὴν ὄντως Θεοτόκον». Ἀποτελεῖ ἔξοχο δεῖγμα τῆς μελουργικῆς του δεξιότητος ἀλλὰ καὶ τῆς ἐν γένει ἁγιορειτικῆς μελουργίας. Τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἔργου του ἔχει μεταγραφεῖ στὴν νέα σημειογραφία ἀπὸ τοὺς δύο ἐξηγητές, Γρηγόριο καὶ Χουρμούζιο. Ὁ Δαμιανὸς ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὴν βιβλιογραφία. Ὁ πρῶτος κώδικας ποὺ ἔγραψε εἶναι ἕνα Στιχηράριο τοῦ 1680, τὸ ὁποῖο βρίσκεται στὸ Βατοπαίδι, μὲ ἀριθμὸ 1473. Ὁ Δαμιανὸς εἶναι ἕνας λαμπρὸς μουσικὸς τοῦ τέλους τοῦ 17ου καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 18ου αἰώνα, μὲ τετραπλὴ δραστηριότητα καὶ ἰδιότητα: τοῦ διδασκάλου, τοῦ πρωτοψάλτου, τοῦ μελοποιοῦ καὶ τοῦ βιβλιογράφου.