Φιλόθεος Κόκκινος, Ἅγιος
Ὁ ἅγιος Φιλόθεος Κόκκινος γεννήθηκε στὴν Θεσσαλονίκη περὶ τὸ 1300. Ἔλαβε ἐξαιρετικὴ μόρφωση καὶ πολὺ νωρὶς ἀσπάσθηκε τὸν μοναχισμό. Ἐπισκέφθηκε τὸ ὄρος Σινᾶ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε στὸν Ἄθωνα. Ἀρχικῶς ἐγκαταστάθηκε στὴν Μονὴ Βατοπαιδίου. Ἐκεῖ γνωρίστηκε μὲ τὸν ἅγιο Σάββα τὸν διὰ Χριστὸν Σαλὸ γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραψε ἀργότερα τὸν βίο του. Ἀκολούθως μόνασε στὴν Μεγίστη Λαύρα, ὅπου ἔγινε ἡγούμενος, τὸ 1342. Συνδέθηκε μὲ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, τὸν ὁποῖο συμπαραστάθηκε ἐνεργῶς στὸ ἡσυχαστικὸ ζήτημα. Τὸ 1347 ἐξελέγη μητροπολίτης Ἡρακλείας καὶ ἀκολούθως πατριάρχευσε στὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο δύο φορές: τὸ 1353-1354 καὶ τὸ 1364-1376. Παραιτήθηκε τὸ 1376 καὶ ἐκοιμήθη τὸ 1379. Ὑπῆρξε βαθὺς θεολόγος, θαυμάσιος συναξαριστὴς καὶ γλαφυρὸς ὑμνογράφος. Νωρὶς τιμήθηκε ὡς ἅγιος καὶ ἡ μνήμη του ἑορτάζεται τὴν 11η Ὀκτωβρίου.