Γρηγόριος, Μητροπολίτης Εἰρηνουπόλεως
Γεννήθηκε στὴν Ἔφεσο τὸ 1761 καὶ μαθήτευσε κοντὰ στὸν Δανιὴλ Κεραμέα στὴν Πατμιάδα Σχολή, στὸν Ἀθανάσιο τὸν Πάριο στὴν Χίο καὶ στὸν Λάμπρο Φωτιάδη στὸ Βουκουρέστι. Ἀκολούθως ἔγινε διδάσκαλος στὸν οἶκο τοῦ Ἀλεξάνδρου Χαντζερῆ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ πατριαρχικὸς πρωτοσύγκελλος. Τὸ 1802 χειροτονήθηκε στὸ Βατοπαίδι τιτουλάριος μητροπολίτης Εἰρηνουπόλεως καὶ Βατοπαιδίου, μετὰ ἀπὸ πατριαρχικὴ διαταγή, ἀπὸ τὸν πρώην πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ καὶ ἄλλους τρεῖς Ἀρχιερεῖς. Ὁρίσθηκε γενικὸς ἐπίτροπος τῶν μετοχίων τῆς Μονῆς στὶς παραδουνάβιες ἡγεμονίες. Ἀπεβίωσε τὸ 1846 στὸ Κισνόβιο. Εὐλόγησε τὴν Ἐπανάσταση τοῦ Ὑψηλάντη στὸ Ἰάσιο. Διακρίθηκε ὡς εὐεργέτης γιὰ τὴν μεγάλη οἰκονομικὴ βοήθειά του πρὸς τοὺς ἐπαναστατημένους Ἕλληνες, γιὰ τὴν ἀνέγερση ναῶν, γιὰ τὴν ὑποστήριξη λογίων, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς δωρεές του πρὸς τὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης, τὴν ἑλληνικὴ σχολὴ τῆς Ἐφέσου καὶ τὰ ἐκπαιδευτήρια τῆς Σπάρτης. Τὰ βιβλία τοῦ Γρηγορίου, τὸ ὀγκῶδες ἀρχεῖο του, πραγματεῖες τοῦ ἰδίου (λειτουργικοῦ κυρίως ἐνδιαφέροντος) καὶ προσωπικὰ του ἀντικείμενα φυλάσσονται στὴν Μονὴ Βατοπαιδίου.