Project Description

Χριστούγεννα στο Άγιον Όρος 

Η Γέννηση του Κυρίου δεν εορτάζεται στο Άγιον Όρος μόνο κάθε 25η Δεκεμβρίου. Εορτάζεται όλες τις ημέρες του λειτουργικού χρόνου. Διότι στις καθημερινές λατρείες που επιτελούνται στις Ιερές Μονές, τις Σκήτες, τις καλύβες και τα ησυχαστήρια, κατά τις Θείες Λειτουργίες, τους μυσταγωγικούς Εσπερινούς και τα κατανυκτικά Απόδειπνα, αλλά και στις κατ΄ιδίαν προσευχές των Μοναχών, ψάλλονται Τροπάρια, αναγιγνώσκονται Ευχές και Κοντάκια, των οποίων  το κέντρο αποτελεί η Σάρκωση του Θεού-Λόγου και η σωτηρία του κόσμου.

Έτσι, οι Αγιορείτες Μοναχοί ανανεώνουν καθημερινώς, με ένταση στις ψυχές τους τη μνήμη του υπερφυούς θαύματος της Ενανθρωπήσεως του Κυρίου Και η μνήμη αυτή μεταποιείται σε αίσθηση πνευματική. Και με τα μάτια της ψυχής τους οι μοναχοί, που βιώνουν αδιαλείπτως το Μυστήριο το ξένον και παράδοξον, βλέπουν ως θρόνο χερουβικό την Παρθένο, τη φάτνη ως χωρίον εν ω ανεκλίθη ο αχώρητος, Χριστός ο Θεός.

Γι’αυτό δεν θα ήταν σχήμα λόγου να πει κανείς πως στις καρδιές πολλών αγιορειτών Πατέρων ο Χριστός έχει γεννηθεί πριν ακόμα εορτάσουν τη θεία Του Γέννηση.

Ο ἐορτασμὁς των Χριστουγέννων στο Άγιον Όρος δεν έχει τίποτε τὁ ἐμπαθῶς γήϊνον, τας φολκλορικάς αὐταπάτας ή τούς ἐξωτερικοὐς τύπους.Τα Χριστοὐγεννα ἐορτάζονται πνευματικῶς, με ‘Ορθόδοξον μέθεξιν εἰς τὁ Μυστήριον, εἰς τὁ ὁποῖον οι μοναχοί ἐμβαθὐνουν δια της μελέτης τῶν ἀγίων Πατέρων. Και κατανοοῦν τὁ περιεχόμενο της ἐνανθρωπήσεως τοῦ θεοῦ κατά το μέτρο της δι’άγάπης θεῶσεως ἐκάστου.

Όπως σ’ ολόκληρη την Ορθοδοξία έτσι και στο Άγιον Όρος, η προετοιμασία των Μοναχών αρχίζει με αγνιστικές νηστείες από τις 15 Νοεμβρίου. Κατά τό χρονικό αυτό διάστημα, οι ψυχές των Πατέρων μυσταγωγούνται στο Μυστήριο της Γεννήσεως με τους εισαγωγικούς ‘Υμνους, με τα Καθίσματα, τα Τριώδια των Αποδείπνων, τις μελίρρυτες Καταβασίες και με τους εξαίσιους Ασματικούς Κανόνες, που κορυφώνονται στις Μεγάλες ‘Ωρες της προπαραμονής.

Έτσι, με όλα τα υμνολογικά αριστουργήματα της ποιητικής γραμματείας της Ορθοδοξίας, που καλύπτουν τις θείες διαστάσεις της Ενανθρωπήσεως του Θεού, οι μοναχοί ζούν σε ένα κλίμα λειτουργικής συμμετοχής, ως ιερουργούμενοι στο ανήκουστο Μυστήριο, ουρανοφάντορες, μυούμενοι στην υπέρ φύση Αποκάλυψη. Αυτά όλα, βέβαια, βιούνται σε ένα διάφορο μέτρο γνώσεως και εφέσεως, κατά την δεκτικότητα και το σκεύος εκάστου, αλλά και το μέτρο που χορηγεί η άκτιστη χάρις.

Σε όλες τις βυζαντινές Μονές, τις ιερές Σκήτες, τα Ερημητήρια και τις θεόκτιστες Καλύβες η τυπική τάξη φυσικά διαφέρει, αφού οι δύο τελευταίες μορφές ασκητικής ακολουθούν μεθόδους που υπερβαίνουν τον τύπο και την τάξη. Αλλά στις δύο πρώτες, κατά την παραμονή των Χριστουγέννων τελείται το καθιερωμένο άγιον ευχέλαιο «εις ίασιν ψυχής καί σώματος» και ακολουθεί ο Μέγας Εσπερινός με τη θεία Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, όπου διαβάζονται οι δεκαπέντε Προφητείες, που αναφέρονται μέ σύμβολα και άλλες, με σαφείς προφητικές υποτυπώσεις στην ενανθρώπηση του Θεού.

Στη συνέχεια, αφού όλοι με λειτουργική τάξη, μεταλάβουν του Σώματος και του Αίματος τού Χριστού, που σαρκώθηκε ακριβώς για να ενωθεί ασυγχύτως και αδιαιρέτως με «των χειρών του το πλαστούργημα» και να το Θεώσει, απέρχονται στην απέριττη κοινή τράπεζα. Και μετά τρίωρη ανάπαυση, οι μοναχοί επανέρχονται στον ιερό Ναό για την ολονύχτια αγρυπνία, που αρχίζει από την Λιτή, όπου ψάλλονται «μετά μέλους» οι θεολογικώτατοι ‘Υμνοι της Δεσποτικής εορτής.

Η ατμόσφαιρα που δημιουργείται από την «εν πνεύματι καί αληθεία» λατρεία αποβαίνει αληθινή μυσταγωγία των πιο υψηλών θεολογικών και πνευματικών εμπειριών. Νομίζει κανείς ότι ‘Αγγελοι Κυρίου επεδήμησαν εξ ουρανού και συμψάλλουν εναρμόνια μελωδήματα με τους αποδήμους τού κόσμου, τους μοναχούς, και ότι η θριαμβεύουσα στον ουράνιο κόσμο Εκκλησία, σε μιά λειτουργική Σύναξη με τους ερημικούς και χριστιανούς, υμνολογούν κατά την ιερή νύχτα της Γεννήσεως τού Χριστού: «Ο ουρανός καί η γή, σήμερον ηνώθησαν, τεχθέντος τού Χριστού. Σήμερον Θεός επί γής παραγέγονε καί άνθρωπος εις ουρανούς αναβέβηκε …».

Τά Χριστούγεννα, λοιπόν, εορτάζονται στόν ‘Αθω μέ Ορθόδοξη μέθεξη στό Μυστήριο. Καί κατανοείται η δογματική καί πνευματική σημασία τής Σαρκώσεως κατά τό μέτρο τής θεώσεως εκάστου, που επέτυχε μέ τήν θεία αγάπη. «Τοσούτον τώ ανθρώπω τόν Θεόν διά φιλανθρωπίαν ανθρωπίζεσθαι, όσον ο άνθρωπος εαυτόν τώ Θεώ δι’ αγάπης δυνηθείς απεθέωσε».

Και πραγματικά, μέσα στον λαμπρότατο, υποβλητικώτατο και κατανυκτικό βυζαντινό διάκοσμο και υπό τις ποικιλόχρωμες ανταύγειες που διαχέουν τα ακτινοβολούντα πολύφωτα τβν στιλβωμένων πολυελαίων, τα τοιχογραφημένα πρόσωπα των Αγίων είναι ζωντανά μαζί τους.

Και, όπως διατελούν στην μεταρσίωση αυτή, να βλέπουν εκστατικοί μπροστά τους, όπως στέκονται στο στασίδι τους με μεταστοιχειωμένη την ψυχή. Αποστόλους, Προφήτες, Μάρτυρες, Ιεράρχες. Οσίους Ασκητές και Ησυχαστές, αυτήν την Θεοτόκον μέσα στο πάνσεπτο Σπήλαιο πλησίον του Θείου Βρέφους Της, που έχει η ίδια ανακλίνει ως Λόγο σαρκωμένο στη Φάτνη των αλόγων ζώων και που πλαισιώνονται από τους Αγγέλους και τους ποιμένες – όπως αποδίδει η βυζαντινή Αγιογραφία τη Γέννηση τού Χριστού – με έκφραση απείρου αγαλλιάσεως, όλους συμμετέχοντας με την παρουσία τους στους θείους ύμνους.

Οι υμνολογίες συνεχίζονται, οι προσευχές διάπυρες ανεβαίνουν πρός τον Κύριο, τα πρόσωπα των μοναστών αστράφτουν από μυστική χαρά για την ελπιζομένη και επιδιωκομένη θέωσή τους. Τις μεστές δογματικού και θεολογικού περιεχομένου Ωδές ακολουθούν τα πνευματικότατα Μεγαλυνάρια και η γλυκυτάτη Εννάτη Ωδή της Θεοτόκου – μια Ωδή Χαράς αρρήτου.

Τους θείους Αίνους διαδέχεται η αγγελική δοξολογία, για να επακολουθήση το ουσιαστικόν άνοιγμα των ουρανίων Πυλών με το υπερφυέστατο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Καί οι μοναχοί, αλλοιωμένοι «τήν καλήν αλλοίωσιν» κοινωνούν με κατάνυξη και γίνονται «θείας φύσεως κοινωνοί» από το «τεθεωμένον» Σώμα και Αίμα του Χριστού.

Με πλαίσιο μιά απαράμιλλη σε ομορφιά καί ποικιλία χειμερινών φυσικών εικόνων φύση, με την βαθύτατη αγιορετική ησυχία μέσα στη γεμάτη μυστήριο και διαφάνεια Βηθλεεμική νύχτα, οι ολονύχτιες θεοτερπείς ψαλμωδίες των μοναχών σ’ ολόκληρη την Αθωνική χερσόνησο, με δεσπόζοντα τον λαμπρόν Αστέρα που μαρμαίρει κατά Ανατολάς, ζωντανεύουν την Γέννηση του Θεού Λόγου στο αιδέσιμο Σπήλαιο και μεταφέρουν τους Μοναχούς στην αγία εκείνη νύχτα, που φωτεινός ‘Αγγελος Κυρίου ανήγγειλλε στους απλοϊκούς «αγραυλούντας» ποιμένες: «ιδού γάρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην ήτις έσται παντί τώ λαώ. ‘Οτι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ, ός εστι Χριστός Κύριος, εν πόλει Δαβίδ».

Γι’ αυτό και κατά την αναλογία της καθαρότητός τους, οι μοναχοί συντηρούν στο διηνεκές μέσα στις καρδιές τους αυτή την ίδια λευκή νύχτα, που «πλήθος στρατιάς ουρανίου» έψαλλε «διά τήν τών πάντων θέωσιν», το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ καί επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία».