Το 1923 ο Φώτης Κόντογλου επισκέπτεται γα πρώτη φορά το Άγιον Όρος, όπου περνάει δύο μήνες. Θα ακολουθήσουν πολλές ακόμα επισκέψεις. Γράφει: «...τράβηξα μὲ τὰ πόδια καὶ πῆγα στὸ μοναστῆρι τοῦ Καρακάλλου. Κ᾿ ἐκεῖ πέρασα πολὺ καλά· οἱ πατέρες μὲ εἴχανε σὰν δικό τους. Αὐτὸ τὸ μοναστῆρι εἶναι κοινόβιο καὶ τότες εἴχανε ἡγούμενο ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο, τὸν Κοδρᾶτο, γέροντα ἥσυχον, εἰρηνικόν, ποιμένα ἀληθινόν, ἡ καταγωγή του ἀπὸ τὰ Ἀλάτσατα. Ὁ ἀρσανᾶς τοῦ Καρακάλου ἤτανε ἐπίσημος, ἕνας βυζαντινὸς πύργος χτισμένος ἀπάνω σ᾿ ἕναν βράχο. Κάθησα κ᾿ ἐκειπέρα κάμποσες μέρες.» Η περιγραφή θα ταίριαζε και στον σημερινό ηγούμενο της μονής, τον αρχιμανδρίτη Φιλόθεο. Γράφει ακόμη από τη Μονή: «Κάθουμαι στὸ παραθύρι τοῦ κελιοῦ μου. Καιρὸ εἴχα νὰ εἰρηνέψω. Τὸ μάτι μου κατηφορίζει κατὰ τὴ θάλασσα, ποὺ δὲν εἶναι μακρύτερα απὸ μιὰ τουφεκιά. Ἀνάμεσα σὲ δυὸ βαθύσκιωτες καὶ καταπράσινες ράχες βλέπω τὰ κύματα ποὺ σκᾶνε, μὲ κάτασπρους ἀφροὺς καὶ μὲ βαρὺ βουητὰ, στὴν ἄκρη τῆς χαράδρας. Πιὸ δεξὰ, ἕνα φουντωτὸ βουναλάκι μοῦ κρύβει ὡς τὴ μέση τὸν πύργο τοῦ ἀρσανᾶ. Φαίνεται τὸ πάνου μέρος του, καὶ τὰ μπιντένια του μὲ κάνουνε νὰ στοχάζουμαι πὼς βρίσκουμαι σὲ χρόνια παλιά...»