ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Τον βορειοανατολικό χώρο της Λιτής καταλαμβάνει το παρεκκλήσιο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το οποίο θεωρείται κτητορικό κτίσμα. Σύμφωνα με επιγραφή στο υπέρθυρο της δυτικής εισόδου, κάποιο τμήμα της αγιογράφησής του χρονολογείται το 1538, περίοδο κατά την οποία εργάστηκε στη Μονή κάποιος αγιογράφος της Κρητικής Σχολής (ίσως ο ίδιος ο Θεοφάνης ο Κρης), στον οποίο είναι πιθανόν να ανήκουν και οι προ ετών αποκαλυφθείσες τοιχογραφίες στον εξωτερικό δυτικό τοίχο του.
Οι νεότερες τοιχογραφίες προέρχονται από την αγιογράφηση του έτους 1868, «δαπάνη και συνδρομή των οσιωτάτων μοναχών της σεβασμίας μονής του Παντοκράτορος Ησυχίου και Ησαΐου, δια χειρός Βενιαμίν και Γρηγορίου των ιερομονάχων και Μακαρίου μοναχού». Πρόκειται για επιζωγραφήσεις παλαιότερων τοιχογραφιών που χρονολογούνται πιθανότατα στις αρχές του 15ου αιώνος, τμήματα των οποίων διακρίνονται στα τόξα του Ιερού Βήματος.
Στο τέμπλο του παρεκκλησίου φυλάσσεται από το 1982 η θαυματουργός εικόνα του Αγίου Γεωργίου του Φανερωμένου, που έλαβε αυτήν την προσωνυμία εξαιτίας του σχετικού θαύματος με το οποίο ο άγιος Γεώργιος προστάτευσε την εν λόγω εικόνα και τους ασκητές του ομώνυμου Κελλίου στην περιοχή της Καψάλας, όπου ανήκε, από ληστές. Σύμφωνα με τη διασωθείσα παράδοση, η εικόνα φυλασσόταν από παλαιά στο μονύδριο του Αγίου Γεωργίου του Πλάκαρη. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ληστές, προσποιούμενοι τους οδοιπόρους, θέλησαν να εισέλθουν σ᾽ αυτό για να το ληστέψουν. Τότε τους υποδέχθηκε ένας νέος, ο οποίος, αφού τους συνόδευσε στο εσωτερικό του Κελλίου, εξαφανίστηκε, ενώ οι ληστές παρέμειναν καθ᾽ όλη τη διάρκεια της νύχτας παράλυτοι. Το πρωί της επόμενης ημέρας οι μοναχοί του Κελλίου αντίκρυσαν έκπληκτοι τους ληστές, οι οποίοι, τρομοκρατημένοι από την ολονύκτια παραλυσία τους, τους διηγήθηκαν το συμβάν και αναγνώρισαν στο πρόσωπο της θαυματουργού εικόνας τον νέο που τους υποδέχθηκε το προηγούμενο βράδυ. Σύμφωνα με την ίδια παράδοση, οι ληστές όχι απλώς μετανόησαν, αλλά ένας εξ αυτών εγκαταβίωσε ως μοναχός στο Κελλί του Πλάκαρη ή Φανερωμένου, ενώ ένας άλλος μόνασε στη Σκήτη της Αγίας Άννης.
Οι νεότερες τοιχογραφίες προέρχονται από την αγιογράφηση του έτους 1868, «δαπάνη και συνδρομή των οσιωτάτων μοναχών της σεβασμίας μονής του Παντοκράτορος Ησυχίου και Ησαΐου, δια χειρός Βενιαμίν και Γρηγορίου των ιερομονάχων και Μακαρίου μοναχού». Πρόκειται για επιζωγραφήσεις παλαιότερων τοιχογραφιών που χρονολογούνται πιθανότατα στις αρχές του 15ου αιώνος, τμήματα των οποίων διακρίνονται στα τόξα του Ιερού Βήματος.
Στο τέμπλο του παρεκκλησίου φυλάσσεται από το 1982 η θαυματουργός εικόνα του Αγίου Γεωργίου του Φανερωμένου, που έλαβε αυτήν την προσωνυμία εξαιτίας του σχετικού θαύματος με το οποίο ο άγιος Γεώργιος προστάτευσε την εν λόγω εικόνα και τους ασκητές του ομώνυμου Κελλίου στην περιοχή της Καψάλας, όπου ανήκε, από ληστές. Σύμφωνα με τη διασωθείσα παράδοση, η εικόνα φυλασσόταν από παλαιά στο μονύδριο του Αγίου Γεωργίου του Πλάκαρη. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ληστές, προσποιούμενοι τους οδοιπόρους, θέλησαν να εισέλθουν σ᾽ αυτό για να το ληστέψουν. Τότε τους υποδέχθηκε ένας νέος, ο οποίος, αφού τους συνόδευσε στο εσωτερικό του Κελλίου, εξαφανίστηκε, ενώ οι ληστές παρέμειναν καθ᾽ όλη τη διάρκεια της νύχτας παράλυτοι. Το πρωί της επόμενης ημέρας οι μοναχοί του Κελλίου αντίκρυσαν έκπληκτοι τους ληστές, οι οποίοι, τρομοκρατημένοι από την ολονύκτια παραλυσία τους, τους διηγήθηκαν το συμβάν και αναγνώρισαν στο πρόσωπο της θαυματουργού εικόνας τον νέο που τους υποδέχθηκε το προηγούμενο βράδυ. Σύμφωνα με την ίδια παράδοση, οι ληστές όχι απλώς μετανόησαν, αλλά ένας εξ αυτών εγκαταβίωσε ως μοναχός στο Κελλί του Πλάκαρη ή Φανερωμένου, ενώ ένας άλλος μόνασε στη Σκήτη της Αγίας Άννης.