Περισυλλογή άγνωστης διάρκειας μέσα στη μυρωδιά, στο φως αλλά και στην ιδιότυπη υφή αιτιατότητας εκείνου του περίεργου κόσμου. Με επαναφέρουν απότομα τα κουδουνάκια του κατζίου που χτυπάνε στον ρυθμό του “Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου”, κι από τη μια στιγμή στην άλλη έχουμε γιορτή. “Εἰσάκουσόν μου Κύριε”, άμεση επίκληση και τολμηρή, απαίτηση οικεία, που όμως ακούγεται σαν τραγούδι ζωηρό, σχεδόν χαρούμενο. Ποιός μπορεί να μιλάει έτσι στον Θεό; Η μελωδία παίζει ακόμη μέσα μου, ενώ ο εσπερινός έχει πια τελειώσει και πηγαίνουμε προς την τράπεζα για το δείπνο.