Το εσωτερικό του παρεκκλησίου του Αγίου Γεωργίου.

Η σκυτάλη στη Βλαχία
και τη Μολδαβία

Η ΣΚΥΤΑΛΗ ΣΤΗ ΒΛΑΧΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΟΛΔΑΒΙΑ

Από το 1500 περίπου και για τους δύο επόμενους αιώνες τη θέση των Σέρβων ηγεμόνων και ευγενών, ως δωρητών της Μονής, έλαβαν οι ηγεμόνες της Βλαχίας και της Μολδαβίας (στη σημερινή Ρουμανία). Ήδη από το 1501 ορίστηκε ετήσια χρηματική χορηγία προς τη Μονή από μια οικογένεια ευγενών της Κραϊόβας στη Βλαχία, ενώ μέσα στον 16ο αιώνα, Βλάχοι ηγεμόνες ανήγειραν τον πύργο στον αρσανά της Μονής και ο ηγεμόνας της Βλαχίας Νεαγκόε Μπασαράμπ χρηματοδότησε τον πύργο του μοναστικού συγκροτήματος (1521). Λίγο πριν από το 1612 παραχωρήθηκε στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου ως μετόχι της η Μονή Ζιτιάνου στη Βλαχία (κοντά στην Κραϊόβα) και το μετόχι της τελευταίας, η Σκήτη Τσιούτουρα. Το 1664, η Ιερά Μονή Αγίου Παύλου θα αποκτήσει με αφιέρωση του διοικητή του φρουρίου Χοτίν Μολδαβίας, Μύρωνα Κόστιν, τη Μονή Τοδιρένι (Θεοδωρένι στις ελληνικές πηγές) ως μετόχι της στη Μολδαβία. Γύρω στα μέσα του 18ου αιώνα θα αποκτηθεί και ο ναός του Αγίου Δημητρίου στο Γαλάτσι. Και τις τρεις κτήσεις η Μονή θα τις διατηρήσει, επαυξάνοντας μάλιστα τον παραγωγικό τους χώρο, μέχρι την αναγκαστική απαλλοτρίωση όλων των αθωνικών περιουσιών από τον Ρουμάνο ηγεμόνα Αλέξανδρο Κούζα το 1863. Σε ό,τι αφορά τα κειμήλια, οι τρεις δεσποτικές εικόνες που κοσμούσαν το τέμπλο του παλαιού καθολικού, όλες του δεύτερου μισού του 16ου αιώνα, ήταν δωρεές του Μολδαβού ηγεμόνα Πέτρου του Χωλού (1574-1587). Η συνέχιση των σερβικών και ρουμανικών χορηγιών κατά την οθωμανική περίοδο βρίσκουν την πλήρη έκφρασή τους σε άλλα δύο σημαντικά έργα για τη Μονή, τις τοιχογραφίες του νάρθηκα του παλαιού καθολικού και την επισκευή της δυτικής πτέρυγας μεταξύ 1690 και 1708. Εκτός από τους Σέρβους και τους Ρουμάνους ηγεμόνες, η Μονή απέκτησε επαφές και με τη Ρωσία. Κεντρικό πρόσωπο για την ανάπτυξη αυτών των δεσμών ήταν ο βλαχικής καταγωγής Ουκρανός Αγιοπαυλίτης, Ανατόλιος Μέλες, πρώην επίσκοπος Μελιτηνής. Αυτός επισκέφτηκε μεταξύ των ετών 1749-1754 τη Ρωσία και έδωσε στην τσαρίνα Ελισάβετ ως προσφορά τεμάχιο Τιμίου Σταυρού, που φυλασσόταν στη Μονή. Σε ανταπόδοση η τσαρίνα έδωσε χρηματική επιχορήγηση 4.000 ρουβλιών και το δικαίωμα σε τρεις ή τέσσερις μοναχούς της Μονής να περιέρχονται κάθε πενταετία τη Ρωσία για συλλογή ελεημοσυνών.


Μονή Αγ. Παύλου

“Επανίδρυση” και
Επέκταση της Μονής

«ΕΠΑΝΙΔΡΥΣΗ» ΚΑΙ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ

Τον 14ο αιώνα η Μονή ήταν ήδη ερημωμένη, αλλά διέσωζε την ανάμνηση της ίδρυσής της από τον όσιο Παύλο τον Ξηροποταμηνό. Η Μονή επανιδρύθηκε το 1383/4 από δύο Σέρβους μοναχούς, τον Χιλανδαρινό Γεράσιμο (κατά κόσμο Νικόλαο) Ραδώνια και τον Βατοπαιδινό Αντώνιο (πρώην Αρσένιο) Παγάση. Αμφότεροι υπήρξαν γόνοι ευγενικών οικογενειών της Σερβίας και μάλιστα ο πρώτος προερχόταν από την μετέπειτα ηγεμονική οικογένεια των Μπράνκοβιτς. Οι δύο μοναχοί αγόρασαν το ερημωμένο κελλίον του Αγίου Παύλου από τη Μονή Ξηροποτάμου, στην οποία είχε περιέλθει μετά την ερήμωσή του. Αξιοποιώντας την καταγωγή του, ο Αντώνιος, ο οποίος έγινε πρώτος ηγούμενος της ανακαινισθείσας Μονής, απέκτησε από τον αδελφό του, διοικητή της Έδεσσας, τη Μονή Θεοτόκου της Μεσονησιώτισσας κοντά στην Έδεσσα ως μετόχι της μαζί με την περιουσία της και τα ιερά κειμήλιά της. Η δωρεά αυτή ήταν η πρώτη χρονολογικά μαρτυρημένη περιουσία της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου εκτός Αθωνικής χερσονήσου. Επιπλέον, κατά το πρώτο μισό του 15ου αιώνα, η Μονή απέκτησε τρία κελλιά εντός του Αγίου Όρους (του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, του Σωτηριώτου και του Φιλογονίου) και το σημαντικότερο, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, μετόχι της στην περιοχή του σημερινού χωριού Άγιος Παύλος, κοντά στη Ν. Καλλικράτεια της Χαλκιδικής. Το τελευταίο, το έλαβε ύστερα από δωρεά του Σέρβου ευγενή Ραδοσθλάβου Σάμπια, πνευματικού τέκνου του ηγουμένου Αντωνίου Παγάση. Καθ’ όλο τον 15ο αιώνα η Μονή συνέχιζε να αυξάνει τον παραγωγικό της χώρο εκτός Αθωνικής χερσονήσου. Λόγω της σερβικής καταγωγής των ανακαινιστών, η Μονή έλαβε ιδίως κατά τον 15ο αιώνα τόσο κτήματα, όσο και χρηματικές χορηγίες από Σέρβους ηγεμόνες και ευγενείς. Τα κτήματα βρίσκονταν στην περιοχή του Κοσόβου. Οι Σέρβοι δεσπότες Στέφανος-Γρηγόριος Μπράνκοβιτς και Γεώργιος Μπράνκοβιτς συναριθμούνται ανάμεσα στους εξέχοντες δωρητές της Μονής. Ο δεύτερος χρηματοδότησε την ανέγερση του νέου καθολικού το 1447 επ’ ονόματι του προστάτη του, Αγίου Γεωργίου, σε θέση λίγο νοτιότερα του αρχικού ναΐδριου που είχε χτίσει ο όσιος Παύλος τον 10ο αιώνα. Έκτοτε η Μονή θα τιμάται εξίσου στο όνομα του Αγίου Γεωργίου και της Υπεραγίας Θεοτόκου. Από δωρεές Σέρβων ηγεμόνων και ευγενών προέρχονται αρκετά από τα κειμήλια που φυλάσσονται σήμερα στη Μονή. Μετά την κατάλυση του σερβικού δεσποτάτου από τους Οθωμανούς το 1459, η κόρη του Σέρβου ηγεμόνα (δεσπότη) Γεωργίου Μπράνκοβιτς και σύζυγος του Οθωμανού σουλτάνου Μουράτ Β΄, Μάρα Μπράνκοβιτς, αναδείχθηκε σε σημαντικό προστάτη και χορηγό της Μονής. Η «Μάρω, η κυρά από την Έζοβα», όπως αναφέρεται σε αθωνικές πηγές, αφιέρωσε στη Μονή πολύ σημαντικά μετόχια. Οι χρηματικές χορηγίες των Σέρβων ευγενών προς τη Μονή δεν θα σταματήσουν μέχρι τα τέλη του 15ου αιώνα. Από τις αρχές του επόμενου αιώνα η Ιερά Μονή Αγίου Παύλου μαζί με την Ιερά Μονή Χιλανδαρίου θα αποκτήσουν το δικαίωμα είσπραξης μιας χρηματικής εισφοράς της Δημοκρατίας της Ραγούσας (το σημερινό Ντουμπρόβνικ) προς τους πρώην Σέρβους ηγεμόνες. Έτσι, τα δύο αθωνικά μοναστήρια θα λειτουργήσουν ως διάδοχοι, κατά κάποιο τρόπο, των μεσαιωνικών Σέρβων ηγεμόνων στο θέμα αυτό. Τέλος, από τη Μάρα Μπράνκοβιτς, σύμφωνα με την παράδοση της Μονής, προέρχεται ως δωρεά και το σημαντικότερο κειμήλιό της, τα Τίμια Δώρα που είχαν προσφέρει οι Μάγοι στο νεογέννητο Χριστό. Μεταγενέστερη ανάμνηση της σχέσης της Μονής με σερβικούς κύκλους αποτελεί μια χρηματική δωρεά ύψους 600 πολωνικών «γκρόσεν» προς την Ιερά Μονή Αγίου Παύλου. Η σχετική πηγή εντοπίστηκε πρόσφατα σε πολωνικό αρχείο. Σύμφωνα με αυτήν, το 1547 ο Πολωνός πρίγκιπας Φεντόρ Σανγκούσκο με διαθήκη του χορήγησε στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου το παραπάνω ποσό. Η Μονή μάλιστα υπήρξε η μοναδική ανάμεσα στα μοναστήρια του Αγίου Όρους που ευεργετήθηκε από τον Πολωνό ευγενή. Η σχέση του Σανγκούσκο με την Ιερά Μονή Αγίου Παύλου οφείλεται στο ότι η γυναίκα του Άννα ήταν κόρη του τελευταίου τιτουλάριου δεσπότη Σερβίας, Ιωάννη Μπράνκοβιτς. Ο ίδιος ο Ιωάννης, μάλιστα, είχε προσφέρει μαζί με τον αδελφό του Γεώργιο και τη μητέρα του Αγγελίνα την τελευταία γνωστή σερβική χρηματική χορηγία προς την Ιερά Μονή Αγίου Παύλου το 1495. Η οριστική υποταγή του Αγίου Όρους στους Οθωμανούς το 1423/4 βρήκε τη Μονή σε φάση ανάπτυξης. Παρ’ όλο που η περιουσία της εκτός της Αθωνικής χερσονήσου, με την έλευση των Οθωμανών, γνώρισε κάποια μείωση, όπως και των υπολοίπων μονών, η Μονή κατάφερε να αυξήσει συνολικά τον παραγωγικό της χώρο και να βγει αλώβητη από τον περιπετειώδη για το Άγιον Όρος 15ο αιώνα.


Ο άγιος Παύλος ο Ξηροποταμινός, κτήτορας της Μονής.

Ίδρυση της Μονής

ΊΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ

Σύμφωνα με την αθωνική παράδοση η Ιερά Μονή Αγίου Παύλου ιδρύθηκε από τον γιο του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ του Ραγκαβέ (842-867), Παύλο (κατά κόσμο Προκόπιο). Οι σωζόμενες αρχειακές πηγές, ωστόσο, βεβαιώνουν ότι τη Μονή ίδρυσε ο φημισμένος ασκητής του Αγίου Όρους, όσιος Παύλος ο Ξηροποταμηνός, κατά το δεύτερο μισό του 10ου αιώνα. Ο μοναχός αυτός, ύστερα από την ίδρυση της Μονής Ξηροποτάμου, κατέφυγε στη νότια και έρημη τότε περιοχή του Άθω, όπου και ίδρυσε ένα μονύδριο επ’ ονόματι της Θεοτόκου. Ο ίδιος διετέλεσε και πρώτος ηγούμενός του. Λόγω της φήμης του ιδρυτή, η Μονή απέκτησε κύρος μέσα στην αθωνική κοινότητα, ώστε ο ηγούμενός της να υπογράφει το Τυπικό του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ΄ Μονομάχου το 1045, όντας όγδοος στη σειρά μεταξύ τριάντα δύο ηγουμένων. Οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε από αυτή την πρώτη φάση της ιστορίας της Μονής είναι οι προσπάθειές της να διαμορφώσει τον παραγωγικό χώρο της και κυρίως τα σύνορά της προς τα νότια, όπου υπήρχε η μη σωζόμενη σήμερα Μονή των Βουλευτηρίων (στην περιοχή της σημερινής Σκήτης της Αγίας Άννας). Μέχρι τις αρχές του 12ου αιώνα η Ιερά Μονή Αγίου Παύλου ήταν ένα σχετικά μικρό μοναστικό ίδρυμα, χωρίς μαρτυρημένη περιουσία εκτός της Αθωνικής χερσονήσου.