Το ομοίωμα του Καθολικού των κτητόρων.

ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Στο βόρειο τμήμα του αύλειου χώρου της Μονής έχει ανεγερθεί το Καθολικό, αφιερωμένο στην εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Ως γνωστόν, η εορτή αυτή συνδέεται άμεσα με τη διδασκαλία περί του ακτίστου φωτός που είχαν διατυπώσει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι λοιποί Ησυχαστές πατέρες κατά τον 14ο αιώνα, λίγες δεκαετίες προ της ιδρύσεως της Μονής. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο ότι αρκετά καθολικά Μονών που ιδρύθηκαν κατά την ίδια περίοδο αφιερώθηκαν στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος.
Αρχιτεκτονικά ο ναός ανήκει στον τύπο του τρίκογχου σταυροειδούς εγεγραμμένου ναού αγιορείτικου τύπου, με μια βασική όμως διαφοροποίηση, που προκύπτει από την επιμήκυνση της ανατολικής καμάρας και την προσθήκη δύο πολυγωνικών κατασκευών στις δύο γωνίες του Ιερού Βήματος (Τυπικαριών), η οποία καθιστά την αρχιτεκτονική του Καθολικού ιδιόμορφη.
Με βάση ποικίλες μαρτυρίες και τις νεότερες αρχαιολογικές έρευνες προκύπτει ότι το μολυβδοσκέπαστο Καθολικό πήρε τη σημερινή του μορφή μετά από τρεις οικοδομικές φάσεις. Η πρώτη χρονολογείται στην περίοδο ιδρύσεως της Μονής και περιλαμβάνει τον Κυρίως Ναό, το ανατολικό τμήμα της Λιτής και το παρεκκλήσιο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η δεύτερη χρονολογείται το 1614 και αφορά στην προέκταση του Ιερού Βήματος προς τα ανατολικά και η τρίτη σχετίζεται με τις σοβαρές παρεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν το 1847, με δαπάνη του αρχιμανδρίτη Μελετίου Κατσοράνου του Κυδωνιέως, στον Εξωνάρθηκα, τη Λιτή και το δάπεδο του Καθολικού.

Θέα προς τα νότια, στο βάθος ο Άθως.

ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Από την πρώτη στιγμή που η Μονή ξεπροβάλλει στα μάτια του προσκυνητή, καθώς κατηφορίζει τον αγροτικό δρόμο που οδηγεί από τις Καρυές προς αυτήν, δίνει την εικόνα ενός καλά οχυρωμένου κάστρου όπου δεσπόζει ο επιβλητικός Πύργος με τις πολεμίστρες, ενώ τα εξωτερικά κτίρια μοιάζουν να προσπαθούν να κρύψουν προστατευτικά το Καθολικό και τα άλλα εσωτερικά κτίσματα της Μονής. Η διάταξη αυτή, εμφανώς αμυντική, μας υπενθυμίζει τις ιστορικές περιπέτειες της Μονής που, ιδίως κατά την κρίσιμη περίοδο της ιδρύσεώς της, αλλά και καθ᾿ όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας, είχε να αντιμετωπίσει ποικίλους εχθρούς και επιδρομείς.
Όλοι όσοι ασχολήθηκαν με την αρχιτεκτονική της Μονής ορίζουν το σχήμα της, σε κάτοψη, ως ακανόνιστο ή πολυγωνικό. Αυτό προέκυψε πιθανότατα ως αποτέλεσμα των οικοδομικών παρεμβάσεων και επεκτάσεων που διενεργήθηκαν κατά την πάροδο των αιώνων σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, ώστε να διαπιστώνεται ότι «το κτηριακό συγκρότημα που σήμερα αντικρίζουμε, χρονολογείται βασικά στον 17ο και 18ο αιώνα». Έτσι, θεωρείται ότι τα αρχικά κτητορικά κτίσματα πρέπει να περιορίζονταν στο βορειοδυτικό τμήμα του σημερινού κτηριακού συγκροτήματος και στο Καθολικό, περιστοιχισμένο από τα μοναχικά κελλιά. Σύμφωνα με νεότερα στοιχεία, η επέκταση των κτισμάτων νοτιοανατολικά πρέπει να χρονολογηθεί μεταξύ των ετών 1483-1535, άποψη που έρχεται να επιβεβαιώσει τις σχετικές αναφορές των Μπάρσκυ και Κομνηνού ότι η «νέα αυλή» της Μονής υπήρξε έργο του Μπάρμπουλου.
Τα κτίρια δεν υπερβαίνουν τους τρεις ορόφους και χαρακτηρίζονται εσωτερικά από τις κτιστές, τοξωτές στοές και τον πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο, ενώ εξωτερικά από τους ξύλινους εξώστες και τα σαχνισιά (κλειστοί εξώστες με παράθυρα), που προσφέρουν υπέροχη θέα προς το πέλαγος ή την απότομη κορυφή του Άθω.
Η κύρια είσοδος της Μονής βρίσκεται στη νοτιοδυτική γωνία, όπου υψώνεται ένας μικρός τετράγωνος πύργος, χαμηλότερος του κυρίως Πύργου. Στον τελευταίο όροφό του στεγάζεται το παρεκκλήσιο του Αγίου Παντελεήμονος. Και αυτός ο πύργος διέθετε καταχύστρες και κανόνια, που απεικονίζονται σε χαλκογραφίες της Μονής. Εφαπτόμενο με αυτόν και έμπροσθεν της εισόδου της Μονής βρίσκεται το πρόπυλο, στηριζόμενο σε δύο πεσσούς και δύο κίονες. Δεξιά του προπύλου ο επισκέπτης συναντά μια μαρμάρινη κρήνη, που κατασκευάστηκε κατά την περίοδο των ανακαινιστικών εργασιών του τέλους του 18ου αιώνος, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν με δαπάνες του σκευοφύλακα Κυρίλλου και του Γεωργίου, όπως μας πληροφορεί σχετική ανάγλυφη επιγραφή.
Σε απόσταση λίγων μέτρων νοτίως του προπύλου, στην άκρη του απότομου βράχου, διατηρείται το τετράγωνο κιόσκι, το οποίο απεικονίζεται και στο σχέδιο της Μονής από τον Μπάρσκυ το 1744. Από εκεί οι επισκέπτες απολαμβάνουν μια μοναδική θέα προς το πέλαγος, τη γειτονική Ιερά Μονή Σταυρονικήτα και, στο βάθος του ορίζοντα, την πετρώδη κορυφή του Άθωνος.
Εισερχόμενος ο επισκέπτης στον αύλειο χώρο της Μονής, ο οποίος είναι σχετικά ανωφερής, αντικρύζει στη βόρεια πλευρά του το Καθολικό. Ο χώρος αυτός δεν είχε πάντα την σημερινή του μορφή. Όπως μας πληροφορεί ο Μπάρσκυ, υπήρχαν δύο αυλές, διαχωριζόμενες με τείχος που αποσκοπούσε στην απομόνωση των αδελφών της Μονής από τους τεχνίτες και τους εργάτες, οι οποίοι διέμεναν στους χώρους που περιστοίχιζαν την πρώτη μικρή αυλή. Οι δύο αυτές αυλές ενοποιήθηκαν μετά τα μέσα του 18ου αιώνα.
Αριστερά, στο κέντρο περίπου της δυτικής πτέρυγας, θα συναντήσει ο επισκέπτης τη δεύτερη μαρμάρινη κρήνη, που κατασκευάστηκε και αυτή με δαπάνη του σκευοφύλακα Κυρίλλου και φέρει εγχάρακτη τη γνωστή καρκινική επιγραφή ΝΙΨΟΝ ΑNOMHMΑTΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ.
Σήμερα το σύνολο των πτερύγων που περιστοιχίζουν το καθολικό της Μονής έχει πλήρως ανακαινισθεί από τη νέα αδελφότητα της Μονής. H βόρεια πτέρυγα στεγάζει τα κελλιά των μοναχών, τα γραφεία, το Ηγουμενείο, καθώς και τα παρεκκλήσια των αγίων Ιωαννικίου και Ανδρέου, των Αρχαγγέλων και του Αγίου Γεωργίου. Πρόκειται για τμήμα που ανήκε στο αρχικό κτηριακό συγκρότημα και είχε υποστεί καταστροφή από την πυρκαγιά του 1392. Γνώρισε αλλεπάλληλες ανακαινίσεις, αρχικά από τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β´ Παλαιολόγο και τον πατριάρχη Αντώνιο Δ´, αργότερα δέ, το 1781, από τον σκευοφύλακα Κύριλλο και τον Γεώργιο, όπως πληροφορούμαστε από σωζόμενη επιγραφή του ιδίου έτους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο ισόγειο αυτής της πτέρυγας σώζεται και το πιθάρι, το οποίο συνδέεται με το θαύμα της ελαιοβρυσίας που πραγματοποίησε η εφέστιος εικόνα της Παναγίας της Γεροντίσσης. Στη δυτική πτέρυγα στεγάζονται το μαγειρείο, κτίσμα του 16ου αιώνος, η Τράπεζα, το Δοχειό, το παρεκκλήσιο του Τιμίου Προδρόμου και κελλιά των μοναχών. Προγενέστερες ανακαινίσεις τμημάτων της δυτικής πτέρυγας κατά τα έτη 1637 και 1776 μαρτυρούνται από τις σωζόμενες επιγραφές στους εξωτερικούς της τοίχους.
Η νότια πτέρυγα στεγάζει χώρους φιλοξενίας, το Συνοδικό και το παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου, ενώ κατά το παρελθόν σε αυτή την πτέρυγα στεγαζόταν το Ηγουμενείο, η Τράπεζα, το Αρχονταρίκι και κελλιά μοναχών.
Εκτός της Μονής, προς τα βόρεια και δυτικά, έχουν οικοδομηθεί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους διάφορα βοηθητικά κτίσματα και καθίσματα, καθώς και δύο υδραγωγεία, ένα στα βόρεια της Μονής και ένα προς τα δυτικά. Το πρώτο μάλιστα, ένα βυζαντινό υδραγωγείο με τοξωτές καμάρες, κατασκευάστηκε κατά την περίοδο ιδρύσεως της Moνής. Σε μια επισκευή του το έτος 1537 από τον μεγάλο λογοθέτη της Μολδαβίας Γαβριήλ Totrusanu, αναφέρεται μια μαρμάρινη επιγραφή που βρίσκεται σήμερα εντοιχισμένη στον πεσσό της κλίμακας που οδηγεί στην Τράπεζα. Η κατασκευή του δεύτερου υδραγωγείου χρονολογείται το 1780, όπως μαρτυρεί μαρμάρινη επιγραφή που φυλάσσεται σήμερα στο Σκευοφυλάκιο της Μονής.
Δυτικά της Μονής και σε μικρή απόσταση από αυτήν βρίσκεται ο κήπος, όπου και το παρεκκλήσιο του Αγίου Τρύφωνος, περιστοιχιζόμενος από ελαιόδενδρα, καθώς και το κοιμητήριο με το κάθισμα των Αγίων Αναργύρων.
Σε μικρή απόσταση βορείως του μικρού λιμένος της Μονής σώζεται το πηγάδι, εντός του οποίου είχε παραμείνει η εφέστιος εικόνα της Γεροντίσσης επί σχεδόν ογδόντα έτη.

Η δυτική πτέρυγα.

ΔΕΣΠΟΖΕΙ Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ

ΔΕΣΠΟΖΕΙ Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ

Η Μονή φυλάσσει ως πολύτιμο θησαυρό της την εφέστιο θαυματουργό εικόνα της Παναγίας «Γεροντίσσης», την μεγαλύτερη εικόνα της Θεοτόκου στο Άγιον Όρος, η οποία απεικονίζεται ολόσωμη, σε στάση δέησης, και είναι τοποθετημένη σε μαρμάρινο προσκυνητάριο μπροστά από τον αριστερό χορό του Καθολικού. Η εικόνα θεωρείται, κατά την παράδοση της Μονής, δωρεά του αυτοκράτορος Αλεξίου Α´ Κομνηνού και σήμερα είναι ενδεδυμένη με αργυρό «πουκάμισο», το οποίο κατασκευάστηκε στις αρχές του 19ου αιώνος. Η προσωνυμία «Γερόντισσα» σχετίζεται με θαυμαστή παρέμβαση της Θεοτόκου υπέρ ενός ενάρετου ηγουμένου της Μονής, ο οποίος ψυχορραγούσε, ενώ αρκετά θαύματα έχουν καταγραφεί στην αγιορείτικη παράδοση και σχετίζονται τόσο με την ανέγερση της Μονής όσο και με την μέριμνα της Παναγίας υπέρ των μοναχών της (ελαιοβρυσία κ.ά.).

Στη συνέχεια παρατίθεται αυτούσια η Διήγησις περί της θαυματουργού εικόνος της Θεομήτορος της επονομαζομένης «Γεροντίσσης», από το έργο Ανωτέρα επισκίασις επί του Άθω (Κωνσταντινούπολη 1861):

«Η Αγία αύτη Εικών ίσταται την σήμερον εντός του Καθολικού Ναού, επί του κατά ανατολάς κίονος του αριστερού χορού· το πάλαι δε ευρίσκετο εντός του Ιερού Βήματος. Ην δε ποτε εν αυτώ τω Μοναστηρίω εις Καθηγούμενος ενάρετος και προβεβηκώς τη ηλικία, όστις και ησθένησεν ολίγον προ της προσεγγιζούσης τελευτής αυτού και κατά αποκάλυψιν εγνώρισε τον καιρόν αυτής. Επιποθών δε ίνα προ της αυτού αναχωρήσεως εις την αιώνιον ζωήν καταξιωθή των αχράντων και ζωοποιών Μυστηρίων του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, παρεκάλει τον εφημερεύοντα τότε Ιερομόναχον, ίνα σπεύση προς εκτέλεσιν της Θείας Ιερουργίας· αλλ᾿ ο Ιερομόναχος ουδόλως έβαλε προσοχήν ιδιαιτέραν εις την αίτησιν του Καθηγουμένου αυτού, αλλ᾿ εποίει το έργον αυτού αργώς· όθεν αμέσως ακούει παρά της ευρισκομένης τότε, ως έφημεν, εν τω Βήματι θεομητορικής ταύτης Εικόνος, απειλητικήν φωνήν, διατάττουσαν αυτόν ίνα εκτελέση την επιθυμίαν και θέλησιν του Καθηγουμένου αυτού· όθεν, δια ταύτην την αιτίαν προσωκειώθη τη Αγία ταύτη Εικόνι το συμβολικόν τούτο όνομα «Γερόντισσα».
Η Θεοτόκος υπάρχει εζωγραφισμένη εν αυτή όλόσωμος, υπάρχει δε η Είκών ανακαινισμένη και ενδεδυμένη ένδυμα αργυρούν. Ο δε επί του αργυρού ενδύματος ορώμενος πίθος εγένετο εις ανάμνησιν του ότι, εν μια των ημερών ευχομένου ενώπιον αυτής του Ηγουμένου, εγένετο θαυμασίως πληθυσμός του ελαίου, εις τους κενούς πίθους της Moνής. Εν καιρώ της των Σαρακηνών επιδρομής εις την ιεράν ταύτην Μονήν η Αγία αύτη Εικών ερρίφθη υπ᾽ αυτών εντός του πλησίον της Moνής φρέατος, έπειτα ευρέθη εκεί δι᾽ οδηγίας των συγγενών ενός εξ αυτών των Σαρακηνών του αβλεψία παταχθέντος δια την τόλμην και αφροσύνην αυτού· ο δυστυχής ούτος βάρβαρος ηθέλησεν εκ της ανοήτου περιφρονήσεως, ην είχεν εις το ιερόν τούτο κειμήλιον των Χριστιανών, ίνα διασχίση την Αγίαν ταύτην Εικόνα και κατακόψη εις τμήματα, όπως ανάψη δι᾽ αυτών την εαυτού καπνοσύριγγα· αλλ᾽ αυτή τη ώρα απώλεσε την όρασιν αυτού δια την τοιαύτην αυτού θρασύτητα, η δε Αγία Είκών διέμεινεν εν τω φρέατι 80 έτη. Ούτος ο βάρβαρος, ο δικαίως τιμωρηθείς, πνέων τα λοίσθια και αγωνιών και μετανοών δια την τοιαύτην αυτού αφροσύνην, και ελπίζων ίνα λάβη ανακούφισιν και παρηγορίαν εις τα δεινά αυτού δια την επί τούτο μετάνοιαν αυτού, διέταξε τους οικιακούς αυτού, ίνα και μετά τον αυτού θάνατον αφεύκτως απέλθωσιν εις το Άγιον Όρος και ανακαλύψωσιν εκείσε την Αγίαν ταύτην Εικόνα, την κεκρυμμένην ούσαν υπό του ιδίου και των συντρόφων αυτού έντος του φρέατος. Τοιουτοτρόπως, οι συγγενείς του μετανοούντος τούτου βαρβάρου εκπληρούντες την εντολήν αυτού ήλθον εις το Άγιον Όρος, και έδειξαν τον τόπον όπου ην ερριμένη η Αγία αύτη Εικών, οπόθεν και εξήγαγον αυτήν εντίμως. Τοιαύτη παράδοσις διαφυλάττεται εν τω Μοναστηρίω περί ταύτης της θαυματουργού Εικόνος».

Στο Καθολικό της Μονής φυλάσσεται σήμερα και η θαυματουργός εικόνα του αγίου Γεωργίου του Φανερωμένου, από το ομώνυμο Παντοκρατορινό Κελλί, που συνδέεται με σχετικό θαύμα, κατά το οποίο ο άγιος Γεώργιος διέσωσε τους ασκούμενους πατέρες του Κελλίου από ληστρική επιδρομή.


Το πλάτωμα της εισόδου μαζί με το κιόσκι.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ
ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ

'Εν συνεχεία παρατίθεται κατά μηνολογιακή και εορτολογική διάταξη κατάλογος των ιερών λειψάνων, των οποίων τεμάχια φυλάσσονται στη Μονή. Σημειώνεται ότι, κατά το μοναχικό έθος, τα ιερά λείψανα των Αγίων εκτίθενται προς προσκύνηση κυρίως κατά την ημέρα εορτής τους, αλλά και καθημερινά, κατόπιν σχετικού αιτήματος των προσκυνητών της Μονής, ή και σε έκτακτες περιπτώσεις.

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ
14 Τεμάχια Τιμίου Ξύλου σε αρκετούς Σταυρούς
16 Μεγαλομάρτυρος Ευφημίας
20 Μεγαλομάρτυρος Ευσταθίου (3 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
22 Ιερομάρτυρος Φωκά Σινωπέως

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ
3 Διονυσίου Αρεοπαγίτου (άκρο του μικρού δακτύλου με σάρκα )
13 Μάρτυρος Βενιαμίν διακόνου του Πέρσου
18 Ευαγγελιστού Λουκά (3 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
20 Μεγαλομάρτυρος Αρτεμίου
24 Μεγαλομάρτυρος Άρέθα
28 Αγίου Αθανασίου πατρ. Κων/πόλεως (πλευρό σε ανάλογη θήκη)

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ .
1 Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού των εν Ασία
4 Οσίου Ιωαννικίου του Μεγάλου (ολόκληρη η κάρα και σε αλλη θήκη η κάτω σιαγόνα)
9 Μάρτυρος Ονησιφόρου
12 Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, πατρ. Αλεξανδρείας (μεγάλο τεμάχιο κάρας σε κεφαλόσχημη θήκη)
13 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
14 Αγίου Φιλίππου του αποστόλου
25 Μάρτυρος Μερκουρίου (δύο τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
30 Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου (μεγάλο τεμάχιο του δεξιού ποδιού και τεμάχιο πέλματος σε ανάλογη θήκη, σε χειρόσχημη θήκη τεμάχια του δεξιού χεριού και 2 επιπλέον τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
5 Οσιομάρτυρος Κοσμά του Πρώτου (πλευρό)
7 Μάρτυρος Νικολάου
9 Θεοπρομήτορος Αγίας Άννης
15 Ιερομάρτυρος Ελευθερίου (δύο τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
18 Αγίου Μοδέστου πατρ. Ιεροσολύμων (5 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
22 Μεγαλομάρτυρος Αναστασίας Φαρμακολυτρίας (δάκτυλο του χεριού με σάρκα)
27 Πρωτομάρτυρος Στεφάνου
28 Αγίων Δισμυρίων Μαρτύρων των εν Νικομηδεία

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
1 Μ. Βασιλείου (3 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
7 Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου
18 Μ. Αθανασίου πατρ. Αλεξανδρείας
20 Ευθυμίου του Μεγάλου
23 Ιερομάρτυρος Κλήμεντος Αγκύρας
25 Γρηγορίου του Θεολόγου (3 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
27 Ιωάννου του Χρυσοστόμου (μεγάλο τεμάχιο της κνήμης και 4 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
29 Ιερομάρτυρος Ιγνατίου του θεοφόρου
30 Τριών Ιεραρχών (τεμάχια σε 3 διαφορετικές θήκες)
31 Αγίου Ιωάννου, εκ των Αγίων Αναργύρων

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
1 Μεγαλομάρτυρος Τρύφωνος (τεμάχια του δεξιού χεριού σε μια θήκη σε σχήμα χεριού και 9 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
8 Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Στρατηλάτου (μεγάλο τεμάχιο εκ της κάρας σε κεφαλόσχημη θήκη και 3 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
10 Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους (δάκτυλο του Αγίου σε αναλόγου σχήματος θήκη και 9 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
11 Ιερομάρτυρος Βλασίου
17 Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Τήρωνος (2 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)

ΑΠΡΙΛΙΟΣ
4 Αγίου Θεωνά του Παντοκρατορινού, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης
6 Των πέντε Νεομαρτύρων της Σαμοθράκης
11 Ιερομάρτυρος Αντύπα Περγάμου (2 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
12 Οσίου Ακακίου Καυσοκαλυβίτου
23 Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου (2 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)

ΜΑΪΟΣ
1 Οσιομαρτύρων Ευθυμίου, Ιγνατίου και Ακακίου Ιβηροσκητιωτών
2 Μ. Αθανασίου πατρ. Αλεξανδρείας
16 Οσιομαρτύρων Σαβαϊτών πατέρων (αίμα αναμεμιγμένο με χώμα)
21 Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης
23 Αγίου Μιχαήλ Συνάδων του Ομολογητού (τεμάχιο επί σταυρού)

ΙΟΥΝΙΟΣ
8 Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Στρατηλάτου
21 Μάρτυρος Ιουλιανού του Ταρσέως
28 Αγίου Ιωάννου, εκ των Αγίων Αναργύρων

ΙΟΥΛΙΟΣ
1 Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού των εν Ρώμη (4 τεμάχια κάρας σε κεφαλόσχημη θήκη και 2 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
8 Μεγαλομάρτυρος Προκοπίου
Οσίου Θεοφίλου Παντοκρατορινού (το δεξί χέρι σε στάση ευλογίας με τη σάρκα)
11 Μεγαλομάρτυρος Ευφημίας
15 Αγίου Κηρύκου (τεμάχιο δεξιού χεριού σε χειρόσχημη θήκη και 1 τεμάχιο σε διαφορετική θήκη)
Αγίας Ιουλίττης (ή ωλένη με σάρκα σε θήκη σχήματος καρπού χεριού)
17 Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης
22 Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής
23 Ιερομάρτυρος Φωκά Σινωπέως (2 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
25 Θεοπρομήτορος Αγίας Άννης
26 Οσιομάρτυρος Παρασκευής ( σταγόνα αίματος σε θήκη, τεμάχιο αγίας κάρας και 4 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)
Ιερομάρτυρος Ερμολάου (σταγόνα αίματος σε θήκη και τεμάχιο σε άλλη θήκη)
27 Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος (σταγόνα αίματος σε θήκη και 6 τεμάχια σε διαφορετικές θήκες)

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ
1 Τεμάχια Τιμίου Ξύλου σε αρκετούς Σταυρούς
2 Πρωτομάρτυρος Στεφάνου
11 Μάρτυρος Εύπλου του Διακόνου

ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟΥ
Κυριακή Σαμαρείτιδος: Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος (η ωλένη με σάρκα σε ανάλογη θήκη).


Το σύστημα κρούσης των καμπανών.

ΠΑΝΗΓΥΡΕΙΣ

ΠΑΝΗΓΥΡΕΙΣ

Η Μονή πανηγυρίζει κατά την εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στις 6/19 Αυγούστου, στην οποία είναι αφιερωμένο το Καθολικό της. Κατά την πανήγυρη της Μονής συρρέει πλήθος μοναχών από ιερές Μονές, Σκήτες και Κελλιά του Αγίου Όρους, αλλά και μεγάλος αριθμός προσκυνητών. Τελείται μεγάλη αγρυπνία, στην οποία συνήθως μετέχουν και χοροί ψαλτών από άλλες αγιορείτικες Μονές.
Η Μονή πανηγυρίζει επίσης κατά την εορτή της εφέστιας εικόνας της Παναγίας «Γεροντίσσης», στις 2/15 Δεκεμβρίου, και κατά την εορτή των Παντοκρατορινών Πατέρων στις 15/28 Οκτωβρίου.

Ιερά λείψανα που φυλάσσονται στη Μονή.

ΤΑ ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ

ΤΑ ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ

Κύριο μέλημα τόσο των κτητόρων των βυζαντινών μονών όσο και των μοναχών, οι οποίοι συχνά επιδίδονταν κατά τη βυζαντινή περίοδο σε ιεραποδημίες στα μεγάλα βυζαντινά προσκυνήματα της χριστιανικής οικουμένης, υπήρξε ο πλουτισμός των Μονών τους με ιερά λείψανα, τα οποία, από τους πρώτους ήδη χριστιανικούς αιώνες θεωρούνταν «τιμιώτερα λίθων πολυτελών». Από την εποχή της ιδρύσεώς της ως σήμερα στη Μονή θησαυρίζονται αρκετά ιερά λείψανα, τα οποία φυλάσσονται σε ιερές λειψανοθήκες εντός του Ιερού Βήματος του Καθολικού. Από έγγραφα του Αρχείου της Μονής πληροφορούμαστε ότι αρκετές φορές μεταφέρθηκαν ιερά λείψανα εκτός της Moνής, είτε σε ζητείες για τη συλλογή χρημάτων, όταν η Μονή αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, είτε προς ευλογία, αγιασμό και ίαση των πιστών σε διάφορες πόλεις ή περιοχές, όπου καλούνταν, πράξη συνηθισμένη και στις μέρες μας.
Τα σημαντικότερα από τα διασωθέντα ανά τους αιώνες ιερά λείψανα που φυλάσσονται στη Μονή, είναι τα εξής:

- Τεμάχιο από τον άρραφο χιτώνα του Χριστού σε λειψανοθήκη, μαζί με διακοσμημένο με πολύτιμους λίθους Σταυρό, ο οποίος περιέχει τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου και φέρει ανάγλυφη τη μορφή του δωρητή του αυτοκράτορος Ανδρονίκου Β´ Παλαιολόγου στην κάθετη κεραία του.
- Η κάρα του οσίου Ιωαννικίου του εν Ολύμπω.
- Μέρος της κάρας του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, πατριάρχου Αλεξανδρείας.
- Μέρος της κάρας του Αγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτου.
- Τεμάχια από τις κάρες των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού.
- Η δεξιά κνήμη και η δεξιά παλάμη του αποστόλου Ανδρέα.
- Μέρος της κνήμης του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
- Το δεξί χέρι του οσίου Θεοφίλου του Μυροβλύτου, του Παντοκρατορινού.
- Τμήμα της χάλκινης ασπίδος του Αγίου Μερκουρίου, επισμαλτωμένο με την παράσταση της προσκυνήσεως των Μάγων.
- Η ωλένη με σάρκα της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος.
Από τον Μπάρσκυ μνημονεύονται και κάποια λείψανα, τα οποία δεν ευρίσκονται σήμερα στη Μονή, όπως το δάκτυλο του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και ολόκληρο το χέρι της Αγίας Μητροδώρας.


Οι πολυτιμότεροι «θησαυροί» της Μονής.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ

ΟΙ ΑΓΙΟΙ

Με την μακραίωνη ιστορία της Μονής και των εξαρτημάτων της, μετοχίων ή αγιορειτικών κελλίων που ανήκουν σ᾽ αυτήν, συνδέονται αρκετοί Άγιοι, μερικοί εκ των οποίων μάλιστα διαδραμάτησαν σημαντικό ρόλο στην πνευματικότητα και την ιστορία του αγιορείτικου μοναχισμού.

α) Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (1297-1359). Ο πατέρας του βυζαντινού Ησυχασμού, άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ασκήτευσε επί μακρό χρονικό διάστημα στο Άγιον Όρος, τόσο προ του έτους 1325 και μετά το 1331, όσο και μετά την εκλογή του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Θεσσαλονίκης το 1347. Σύμφωνα με την παράδοση της Μονής, ασκήτευσε για κάποιο χρονικό διάστημα και στην περιοχή της. Άλλωστε, η ίδρυση της Μονής συμπίπτει με την περίοδο της αρχιερατείας του στη Θεσσαλονίκη. Ο άγιος Γρηγόριος απεικονίζεται ως μοναχός σε τοιχογραφία στην Τράπεζα της Μονής και η μνήμη του εορτάζεται την 14η Οκτωβρίου και την Β' Κυριακή των Νηστειών.

β) Άγιος Κάλλιστος Α', Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (τέλ. 13oυ αιώνος- 1363/4). Ο πατριάρχης Κάλλιστος Α´, μαθητής και βιογράφος του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτη, ασκήτευσε επί αρκετές δεκαετίες στο Άγιον Όρος (Σκήτη Μαγουλά, Μονή Ιβήρων κ.α.). Υπήρξε δεσπόζουσα φυσιογνωμία στην Αθωνική μοναστική πολιτεία. Σύμφωνα με ισχυρή αγιορειτική παράδοση, είχε ασκητεύσει στο Κάθισμα του οσίου Ονουφρίου, σε μικρή απόσταση βορείως της Moνής.
Το όνομα του Καλλίστου συνδέεται, ως γνωστόν, με την ίδρυση και τις απαρχές του ιστορικού βίου της Moνής. Σύμφωνα με τις σωζόμενες μαρτυρίες, ο Κάλλιστος εγκαινίασε το Καθολικό της Moνής, αλλά και εφοδίασε τους μοναχούς της με το πρώτο Τυπικό για τον εύρυθμο εσωτερικό βίο της πατριαρχικής πλέον Moνής. Η μνήμη του Αγίου Καλλίστου τιμάται στις 22 Νοεμβρίου και στις 20 Ιουνίου.

γ) Άγιος Νήφων Β', Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1418-1508). Ο άγιος Νήφων Β´, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο από Θεσσαλονίκης, εγκαταβίωσε σε αρκετές αγιορείτικες μονές και θεωρείται νέος κτήτορας της Ιεράς Moνής Διονυσίου. Σύμφωνα με τον βιογράφο του, κατά την πρώτη άφιξή του στο Άγιον Όρος και προ της εγκαταβιώσεώς του στην Ιερά Μονή Διονυσίου, ο άγιος Νήφων επισκέφθηκε την Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου και εν συνεχεία την Ιερά Μονή Παντοκράτορος, «ποιήσας χρόνον». Ακολούθως εγκαταβίωσε στο σπήλαιο «Κρήτη», το οποίο βρισκόταν κοντά στις Καρυές, στην περιοχή που ανήκει στη Μονή. Σύμφωνα με τον βιογράφο του, επρόκειτο για τόπο «εις τον οποίον εκατοίκουν θαυμάσιοι άνδρες με μεγάλην στενοχωρίαν και άκραν κακοπάθειαν, τους οποίους εθαύμασεν ο μακάριος Νήφων δια την υπερβολικήν τους υπομονήν. Όθεν έμεινε μετ᾽ αυτών διδάσκων και διδασκόμενος, ζώντας με την καλλιγραφίαν του». Η μνήμη του Αγίου Νήφωνος εορτάζεται στις 11 Αυγούστου.

δ) Άγιος Θεωνάς Α´, Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (16ος αιώνας). Ο άγιος Θεωνάς, ο από ηγουμένων, ασκήτευσε στην Μονή κατά τις αρχές του 16ου αιώνος, όπως πληροφορούμαστε από τον βίο του αλλά και από το αρχικό μαρτύριο του οσιομάρτυρος Ιακώβου. Χειροτονήθηκε μάλιστα ιερέας και διακόνησε ως εφημέριος του Καθολικού, έως την περίοδο που συνδέθηκε με τον οσιομάρτυρα Ιάκωβο και εντάχθηκε στη συνοδεία του. Σύμφωνα με την παράδοση της Μονής, ασκήτευσε στο Κάθισμα του οσίου Ονουφρίου, το οποίο έκτοτε μετονομάσθηκε και σε Κάθισμα του Αγίου Θεωνά. Η μνήμη του εορτάζεται στις 4 Απριλίου.

ε) Όσιος Θεόφιλος ο μυροβλύτης (1460-1548). Ο όσιος Θεόφιλος, καταγόμενος από τη Ζίχνη της Μακεδονίας, έζησε κατά τη διάρκεια του πρώτου αιώνα μετά την Άλωση και θεωρείται από τους σημαντικότερους αντιγραφείς κωδίκων στο Άγιον Όρος κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνος, μιας περιόδου εξαιρετικά γόνιμης για τον αγιορείτικο Μοναχισμό. Μετά από μια περίοδο διακονίας των υπόδουλων Ελλήνων, αλλά και του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, όπου υπηρέτησε ως έξαρχος, αναχώρησε για το Άγιον Όρος, όπου εγκαταβίωσε αρχικά, το 1510, στη Μονή Βατοπεδίου και εν συνεχεία στην Ιερά Μονή Ιβήρων. Τέλος, αποσύρθηκε στην παντοκρατορινή Καλύβη του Αγίου Βασιλείου στην Καψάλα, ανατολικά των Καρυών. Εκεί ο όσιος Θεόφιλος εγκαταβίωσε μαζί με τον υποτακτικό του Ισαάκ, αφού προηγουμένως την ανακαίνισαν με τη βοήθεια του Πρώτου του Αγίου Όρους Σεραφείμ. Συνέταξε και ιδιόχειρη διαθήκη, καθώς και ομολογία πίστεως, λίγο προ του οσιακού θανάτου του την Κυριακή 8 Ιουλίου 1548, αν και το συναξάριό του αναγράφει εσφαλμένα ως έτος κοιμήσεώς του το 1558. Παρά τη ρητή εντολή προς τον υποτακτικό του να μη γνωστοποιήσει το θάνατό του, αλλά να ρίξει το νεκρό του σώμα στο δάσος, οι παντοκρατορινοί μοναχοί βρήκαν το λείψανό του, το οποίο μετέφεραν αρχικά στη Μονή, ενώ στη συνέχεια το ενταφίασαν εντός του παρεκκλησίου της Καλύβης του Αγίου Βασιλείου με τη συνοδεία πλήθους μοναχών. Μετά την ταφή του το λείψανο του οσίου Θεοφίλου άρχισε να αναβλύζει μύρο, ως «μία απόδειξις και σημείoν βεβαιότατον μιας άκρας καθαρότητος και παρθενίας και αγνείας, όχι μόνον από εμπαθείας μολυσμών, αλλά και από ηδυπαθείας λογισμών ακαθάρτων του νοός», όπως επισημαίνει ο όσιος Νικόδημος, γεγονός το οποίο του προσέδωσε και την επωνυμία του μυροβλύτη. Η μνήμη του εορτάζεται στις 8 Ιουλίου. Στη Μονή φυλάσσεται σε ειδική λειψανοθήκη το δεξί χέρι του οσίου Θεοφίλου, ενώ σε τοιχοχραφία που βρίσκεται στον δυτικό τοίχο της Λιτής του Καθολικού της Μονής αποκαλείται «ο Παντοκρατορινός» .

ς) Όσιος Γεράσιμος ο νέος, ο εν Κεφαλληνία (1509-1579). Ο όσιος Γεράσιμος ο νέος, σύγχρονος και κατά τι νεότερος του οσίου Θεοφίλου, ήλθε κατά το πρώτο ήμισυ του 16ου αιώνος, ίσως μαζί με τον γνωστό λόγιο μοναχό Παχώμιο Ρουσάνο, στο Άγιον Όρος, όπου και εκάρη μοναχός και ασκήτευσε για κάποιο χρονικό διάστημα, ως την μετάβασή του στην Παλαιστίνη. Σύμφωνα δε με την τοπική παράδοση ο τόπος ασκήσεώς του ήταν η ερημική Καψάλα. Η μνήμη του οσίου Γερασίμου εορτάζεται στις 20 Οκτωβρίου.

ζ) Άγιος Ιωσήφ, Μητροπολίτης Τιμισοάρας (1568-1656). Ο άγιος Ιωσήφ γεννήθηκε το 1568 και καταγόταν από ελληνίδα μητέρα. Είκοσι χρόνια αργότερα ήλθε από την Αχρίδα στη Μονή Παντοκράτορος, συνοδευόμενος και από έναν ακόμη δόκιμο, το Νικόδημο. Εκεί εκάρη μοναχός, μετονομασθείς από Ιάκωβος σε Ιωσήφ, και χειροτονήθηκε ιερέας. Επιδόθηκε δε στο έργο της αντιγραφής κωδίκων, για να αναχωρήσει τελικά για άλλες αγιορείτικες μονές (Μεγ. Λαύρας, Χιλανδαρίου, Ξηροποτάμου, Βατοπεδίου, Κουτλουμουσίου), ως το 1650, έτος κατά το οποίο εξελέγη μητροπολίτης Τιμισοάρας, όπου έζησε το υπόλοιπο της ζωής του, το 1656, και αναδείχθηκε άγιος, επιτελώντας πλήθος θαυμάτων. H μνήμη του εορτάζεται στις 15 Σεπτεμβρίου.

η) Όσιος Ακάκιος ο Καυσοκαλυβίτης (1630-1730). Ο όσιος Ακάκιος ο νέος, ιδρυτής της Ιεράς Σκήτης των Καυσοκαλυβίων, ασκήτευσε για ένα μικρό χρονικό διάστημα, προ της οριστικής εγκαταβιώσεώς του στην περιοχή των Καυσοκαλυβίων, στην «σκήτην του Παντοκράτορος, ένθα ευρισκόμενος ήλθε και ο γέροντάς του από την Ζαγοράν χάριν μουσικής», όπως σημειώνει ο βιογράφος του παπα-Ιωνάς ο Καυσοκαλυβίτης. Mε τη φράση «Σκήτη Παντοκράτορος» εννοείται η Παντοκρατορινή σκήτη της Καψάλας. Η μνήμη του οσίου Ακακίου τιμάται στις 12 Απριλίου.

θ) Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (1759-1809). Ο μεγάλος αυτός πατέρας της Φιλοκαλικής Αναγέννησης εγκαταβίωσε το 1777 μαζί με τον γέροντά του Αρσένιο Μωραΐτη «εις το Κυριακόν της Σκήτεως του Παντοκράτορος», ενώ λίγο μετά το 1778 «αγόρασε την καλύβην όπου είναι άνωθεν του Κυριακού, εις το ραχώνι, όπου ονομάζεται του Θεωνά». Αργότερα, μετά το 1784 κοινοβίασε μαζί με τον Γερο-Σίλβεστρο τον Καισαρέα στην Καλύβη του Αγίου Βασιλείου στην Καψάλα, όπου έγινε μεγαλόσχημος μοναχός, συνέγραψε το έργο του Χρηστοήθεια και συνέθεσε την Ακολουθία του οσίου Θεοφίλου. Από εκεί «επήγεν εις την Μονήν του Παντοκράτορος», όπου και εμόνασε επί ένα έτος και εν συνεχεία επέστρεψε στην Καψάλα, όπου «αγόρασεν την Καλύβην όπου είναι αντικρύς του Αγίου Βασιλείου» (σήμερα Καλύβη του Αγίου Νικολάου Νικοδήμου). Ο όσιος Νικόδημος ασκήτευσε επί μακρό χρονικό διάστημα (περί τα 32 έτη) στην Καψάλα (Καλύβες Αγίου Μανδηλίου, Αγίου Νικολάου και Νέα Νικοδήμου), η οποία δηλώνεται επανειλημμένως στον βίο του ως «Σκήτη του Παντοκράτορος» και αποτελούσε τον ιδεώδη τόπο μοναχικής ασκήσεως για τον ίδιο. Επιπλέον, τόσο κατά την περίοδο συγγραφής του Πηδαλίου του (έτ. 1800) όσο και κατά την περίοδο σύνταξης του μνημειώδη Συναξαριστή του μερικά χρόνια αργότερα, εργάσθηκε, όπως ομολογεί στα Προοίμιά τους, στη Βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος, χρησιμοποιώντας μάλιστα ως κύρια πηγή του για τον Συναξαριστή του τον χειρόγραφο Συναξαριστή της Μονής, ο οποίος απετέλεσε και τη βάση για το έργο του. Η μνήμη του εορτάζεται στις 14 Ιουλίου.

ι) Άγιος Μακάριος ο Νοταράς, Μητροπολίτης Κορίνθου (1731-1805). Ο συναθλητής και καθοδηγητής του οσίου Νικοδήμου στην ανάληψη του σπουδαιότατου συγγραφικού του έργου, άγιος Μακάριος ο Νοταράς, ερχόμενος στο Άγιον Όρος το 1777, παρέμεινε και αυτός για ένα χρονικό διάστημα στην Καψάλα, συνεργαζόμενος με τον όσιο Νικόδημο για την προετοιμασία των εκδόσεων της Φιλοκαλίας, του Ευεργετινού και άλλων βιβλίων. Σύμφωνα μάλιστα με ανεξακρίβωτη πληροφορία, στον άγιο Μακάριο είχε μεταβιβασθεί με ομόλογο, το οποίο φυλασσόταν στη Μονή, η Καλύβη όπου διέμενε ο όσιος Νικόδημος. Εορτάζει στις 17 Απριλίου.

ια) Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι (1722-1794). Συνόμιλος των Κολλυβάδων ο όσιος Παΐσιος, μετέφερε στο σλαβικό κόσμο το πνεύμα της Φιλοκαλίας και της αγιορείτικης ασκητικής εμπειρίας. Κατά την περίοδο της εγκαταβιώσεώς του στο Άγιον Όρος και της συνεργασίας του με τον άγιο Μακάριο Νοταρά και τον όσιο Νικόδημο, επέλεξε ως τόπο της ασκήσεώς του το Κελλί του Προφήτου Ηλιού, το οποίο εν συνεχεία, με τους πολυάριθμους μαθητές του μετέτρεψε στη γνωστή ομώνυμη Σκήτη, που αποτελεί εξάρτημα της Moνής. Ασκήτευσε επίσης και στο σπήλαιο «Κρήτη», όπου είχε ασκητεύσει και ο άγιος Νήφων. Η μνήμη του τιμάται στις 15 Νοεμβρίου.


Εικόνα του Χριστού Παντοκράτορος με τους κτήτορες της Μονής στο πλαίσιο, 1363. Σήμερα βρίσκεται στην συλλογή του μουσείου Ερμιτάζ.

ΦΟΡΗΤΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

ΦΟΡΗΤΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

Αρκετά μεγάλος αριθμός φορητών εικόνων της βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου έχει διασωθεί και φυλάσσεται σήμερα στο Σκευοφυλάκιο και το Εικονοφυλάκιο της Μονής, σχηματίζοντας, όπως έχει επισημανθεί, μια από τις πιο αξιόλογες συλλογές φορητών εικόνων στο Άγιον Όρος. Ορισμένες μάλιστα από αυτές θεωρείται ότι προέρχονται από την δωρεά των κτητόρων, όπως η εικόνα του Χριστού Παντοκράτορος (σήμερα στο Μουσείο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρουπόλεως), στο πλαίσιο της οποίας απεικονίζονται εκατέρωθεν οι μορφές των κτητόρων Αλεξίου και Ιωάννου, αλλά και δύο μεγάλες αμφίγραπτες εικόνες που χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνος.
Στον 14ο αιώνα ανήκουν συνολικά δέκα εικόνες, με σημαντικότερες μια εικόνα του Χριστού Παντοκράτορος, που εμφανίζει τεχνοτροπική συγγένεια με την προαναφερθείσα εικόνα όπου απεικονίζονται οι κτήτορες, μια δεύτερη του οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη, η αρχαιότερη φορητή εικόνα του ιδρυτού του κοινοβιακού μοναχισμού στο Άγιον Όρος, και μια αμφιπρόσωπη, στην μια όψη της οποίας εικονίζεται ο Τίμιος Πρόδρομος σε προτομή, ενώ στην άλλη υπάρχει μια μοναδική ως προς τη θεματολογία της παράσταση με τη Θεοτόκο βρεφοκρατούσα και τον Τίμιο Πρόδρομο στραμμένο προς αυτήν. Στην ίδια περίοδο ανήκει και ένας γραπτός σταυρός, με απεικόνιση του Χριστού στο κέντρο, των μορφών της Παναγίας και του Ιωάννη στην οριζόντια κεραία και την Ετοιμασία του Θρόνου στο άνω άκρο της κάθετης κεραίας.
Ανάλογος αριθμός εικόνων ανήκει στον 15ο αιώνα και προέρχεται από ελληνικά αλλά και σλαβικά εργαστήρια. Ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία έχουν μια εικόνα της Υπαπαντής, ένα Λυπηρό και μια εικόνα της Μεγάλης Δεήσεως.
Μία άλλη ομάδα εξαιρετικά σημαντικών φορητών εικόνων ανήκει στην Κρητική Σχολή του 16ου αιώνος, όπου κυριαρχεί το πνεύμα των αυστηρών και ταυτοχρόνως γαλήνιων ασκητικών μορφών. Μεταξύ αυτών κυρίαρχη θέση κατέχουν δύο εικόνες του Παντοκράτορος Χριστού και της Παναγίας της Πάντων Χαράς (στο Καθολικό της Μονής), καθώς και μια εικόνα της Μεταμορφώσεως, που έχουν αποδοθεί στον Θεοφάνη «Στρελίτζα τουπίκλην Μπαθά» και θεωρούνται έργα της καλλιτεχνικής του ωριμότητας (π. 1535). Στον ίδιο καλλιτέχνη αποδίδεται και η δεύτερη εικόνα της Μεταμορφώσεως, καθώς και η εικόνα της Βαπτίσεως, που συνδέονται με την καλλιτεχνική του δραστηριότητα στη γειτονική Μονή Σταυρονικήτα μαζί με τον γιο του Συμεών (1545/6).
Με το έργο του Θεοφάνους σχετίζεται και μια άλλη ομάδα εικόνων της ίδιας περιόδου, όπως η εικόνα του Επιταφίου Θρήνου, που εμφανίζει κοινά τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά με την αντίστοιχη παράσταση του καθολικού της Μονής Σταυρονικήτα, και η εικόνα της Σταυρώσεως. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι επίσης και δύο αμφιπρόσωπες εικόνες, με πολυπρόσωπες μικρογραφικές παραστάσεις, έργα του Χανιώτη μικρογράφου Αμβροσίου Εμπόρου περί το 1600, καθώς και μια εικόνα του αγίου Γεωργίου με παραστάσεις από το μαρτύριό του, προερχόμενη επίσης από κρητικό εργαστήριο. Πρόκειται για εικόνες των οποίων οι ανώνυμοι δημιουργοί μιμούνται σαφώς την τεχνοτροπία του Θεοφάνους του Κρητός, αλλά και διαφοροποιούνται ουσιωδώς απ᾿ αυτήν.
Εξαιρετικής ποιότητας και αξίας είναι και το ξυλόγλυπτο επιστύλιο του 16ου αιώνος, με τριάντα μία σκηνές από το Δωδεκάορτο, τον κύκλο των Παθών, των θαυμάτων του Χριστού και τον βίο της Παναγίας, που κινούνται καλλιτεχνικά μεταξύ της Κρητικής Σχολής και της λεγόμενης Σχολής των Θηβών.
Αρκετές αξιόλογες φορητές εικόνες χρονολογούνται και στον 17ο και 18ο αιώνα, προερχόμενες κυρίως από τον χρωστήρα αγιορειτών αγιογράφων που ακολουθούν καλλιτεχνικά τη Σχολή του Διονυσίου του εκ Φουρνά.
Σήμερα ο μεγαλύτερος αριθμός των φορητών εικόνων, περίπου 700 στον αριθμό, φυλάσσεται στο Εικονοφυλάκιο της Μονής, το οποίο στεγάζεται στον πέμπτο όροφο του Πύργου.

Ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, τοιχογραφίες μονής Παντοκράτορος, περίπου 1372/3.

ΟΙ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ

ΟΙ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ

Η πρώτη αγιογράφηση του Καθολικού της Μονής χρονολογείται στο δεύτερο ήμισυ του 14ου αιώνος, και ειδικότερα στη δεκαετία 1360-1370, στην περίοδο δηλαδή ιδρύσεως της Μονής. Οι σωζόμενες δε από αυτήν την περίοδο τοιχογραφίες διακρίνονται, σύμφωνα με τον καθηγητή Ευθύμιο Τσιγαρίδα, ο οποίος τις μελέτησε διεξοδικά, «για την υψηλή τους καλλιτεχνική ποιότητα» και δικαίως θεωρούνται έργα που ανήκουν στη Σχολή του Πανσέληνου.
Σήμερα, μετά τις έρευνες και τον μερικό καθαρισμό τους διαπιστώνεται ότι οι τοιχογραφίες του Καθολικού ανήκουν σε διάφορες φάσεις. Οι παλαιότερες τοιχογραφίες εντοπίζονται στους κάθετους τοίχους του Κυρίως Ναού και των τόξων που στηρίζουν την οροφή, και ειδικότερα· α) στον ανατολικό τοίχο της Λιτής, όπου κυριαρχεί η εντυπωσιακή Δέηση, με δεσπόζουσα την επιβλητική μορφή του ένθρονου Χριστού, που περιστοιχίζεται από τις δεόμενες μορφές της Θεοτόκου και του Προδρόμου, β) στον δυτικό τοίχο του Κυρίως Ναού, όπου απεικονίζονται η Κοίμηση της Θεοτόκου και μεγάλες οσιακές μορφές του Μοναχισμού (Μέγας Αντώνιος, οσ. Ευθύμιος ο Μέγας, οσ. Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης, Μέγας Παχώμιος, οσ. Αθανάσιος ο Αθωνίτης κ.ά.) και γ) στους χορούς, όπου πρόσφατος καθαρισμός απεκάλυψε στη δεύτερη ζώνη του αριστερού χορού ωραιότατες απεικονίσεις των προπατόρων και του Ιωσήφ του μνήστορος, εικονογραφικό πρόγραμμα που, κατά τον καθηγητή Τσιγαρίδα, παραπέμπει στο αντίστοιχο του ναού του Πρωτάτου.
Οι παλαιολόγειες αυτές τοιχογραφίες έχουν στο σύνολό τους σχεδόν επιζωγραφηθεί κατά τη νεότερη αγιογράφηση του Καθολικού, που πραγματοποιήθηκε το 1854 από τον γνωστό Ναουσαίο αγιογράφο Ματθαίο Ιωάννου, όπως μαρτυρείται σε σχετική επιγραφή πάνω από το υπέρθυρο της κεντρικής πύλης που οδηγεί από τον Κυρίως Ναό στην Λιτή.
Στη νεότερη φάση αγιογράφησεως του Καθολικού από τον Ματθαίο Ιωάννου ανήκουν, εκτός των επιζωγραφήσεων, και οι παραστάσεις των οικουμενικών συνόδων, των λόγων του Χριστού (Ματθ. 25, 35-36· 42-43) και της παραβολής των δέκα Παρθένων στο νάρθηκα, καθώς και οι τοιχογραφίες του τρούλλου, των καμαρών και των μικρών θόλων.
Πρόσφατα, επίσης, έχει αποδοθεί στο χρωστήρα του Θεοφάνους του Κρητός και το σπάραγμα τοιχογραφίας με τον προφήτη Ιεζεκιήλ (σώζεται σήμερα στο Σκευοφυλάκιο), που προέρχεται πιθανότατα από τον τρούλλο του παρεκκλησίου των Τριών Ιεραρχών, το οποίο βρισκόταν στο νότιο τμήμα της Λιτής και κατεδαφίστηκε το 1847. Κατά συνέπεια θεωρείται ότι το σύνολο του κατεδαφισθέντος παρεκκλησίου είχε αγιογραφηθεί από το Θεοφάνη.

Το καμπαναριό.

ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ

ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ

Το Αρχείο της Μονής, το οποίο, κατά το μεγαλύτερο Μέρος του ιστορικού της βίου, φυλασσόταν στον Πύργο, αποτελείται από 670 ελληνικά έγγραφα, 480 οθωμανικά και ένα ρουμανικό, μη συμπεριλαμβανομένου του μεγάλου αριθμού των οικονομικής φύσεως εγγράφων που αφορούν στα Κελλιά που υπάγονταν στη Μονή ή στις δοσοληψίες των πατέρων της από την περίοδο της Τουρκοκρατίας και εντεύθεν. Η δημιουργία αρχείου ήταν για τη Μονή Παντοκράτορος, όπως και για τις άλλες αθωνικές Μονές, πράξη θεμελιώδους σημασίας, γιατί μόνο με τη διαφύλαξη των πρωτοτύπων δωρητηρίων και επικυρωτικών εγγράφων ή των αντιγράφων τους ήταν δυνατή η προστασία της περιοχής και των μετοχίων της από καταπατήσεις.
Παρά τις περιπέτειες που γνώρισε κατά περιόδους, εξαιτίας εκτάκτων γεγονότων, όπως η καταστροφική πυρκαγιά του 1392, ή των ιστορικών συνθηκών που διαμορφώθηκαν κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, το αρχείο της Μονής συνέχισε να εμπλουτίζεται με έγγραφα, ενώ δεν σταμάτησαν και οι προσπάθειες για την ορθολογικότερη οργάνωσή του, τόσο κατά τον 16/17ο αιώνα όσο και κατά τον 18/19ο. Κατά τους τελευταίους μάλιστα αιώνες της Τουρκοκρατίας πραγματοποιήθηκε η μετάφραση των αρχικών, ιδρυτικών εγγράφων της Μονής, του 14ου αιώνος, ενώ από τα μέσα του 18ου αιώνα ο όγκος του αρχείου αυξήθηκε με τη συμπερίληψη ενός μεγάλου αριθμού εγγράφων οικονομικού κυρίως χαρακτήρα (χρεωστικά ομόλογα, συμβάσεις κ.ά.), καθώς και με την επίσημη αλληλογραφία της Μονής.
Μία σημαντική εργασία για την ταξινόμηση των εγγράφων του Αρχείου πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 20ού αιώνος από την τριμελή «Επιτροπή επί της ταξινομήσεως του Αρχείου της Μονής», η οποία αποτελούνταν από τους προηγουμένους Ιωακείμ και Αλέξιο και τον αρχιμανδρίτη Αθανάσιο. Η Επιτροπή εργάστηκε συστηματικά και ολοκλήρωσε το έργο της στις 29 Ιουλίου 1926, με την ταξινόμηση και καταγραφή των εγγράφων εκείνων, που αφορούσαν στην «ελευθερίαν της μονής και την κατοχήν, νομήν και εν γένει ιστορίαν» των μετοχίων της μέχρι το 1926. Ο κατάλογος αυτών των εγγράφων, ο οποίος καταχωρήθηκε στον Κώδικα 4 και επιγράφεται «Κώδιξ του Αρχείου. Ιερά Μονή Παντοκράτορος», αποτελείται από 24 ενότητες, με κριτήριο τη γεωγραφική κατανομή των μετοχίων της Μονής, και θεωρείται πρωτοποριακός για την εποχή του.