Στην Διαθήκη που έγραψε τον Αύγουστο του 1384 ο Ιωάννης αναφέρει: «᾽Ἐπειδ(ὴ) τοίνυν πρὸ χρόνων πολλῶν, ἔτι περιόντος τοῦ μακαριωτάτου μου ἐκείνου αὐταδέλφου περιφανεστάτου μεγάλου στρατοπεδάρχου, μον(ὴν) ἀμφότεροι τῷ Παντοκράτορι Χ(ριστ)ῷ κ(α)τ(ὰ) τὸ περιφανέστατον καὶ λαμπρότ(α)τ(ον) ἅγιον ὄρο(ς) τοῦ Ἄθω ἐκ βάθρων αὐτῶν ἀνεγείραμ(εν), ἐκείνου τε ἐφεξῆς τὸ ζῆν ἐκμετρήσαντος, μόνος αὐτὸς περιλειφθεὶς, τὸ λειπόμενόν τε τῆς τελεί(ας) ἀνεπλήρωσα ἀνακτίσεως, πλεῖστα τε καὶ κάλλιστα κτήματα καὶ πράγμ(α)τ(α) ἐν διαφόροις τόποις καὶ κατ᾽ αὐτὸ δὴ τὸ Ἅγιον Ὄρο(ς) προσκυρώσ(ας), συνεργῷ μέχρι τοῦ νῦν ὅσον πρὸ(ς) τὴν ἡμετέραν ἔρχεται προθυμί(αν) καὶ δύναμιν οἰκεί(αις) ταῖς ἐξόδοις καὶ ἀναλώμασι...». (Πριν πολλά χρόνια, όσο ήταν ακόμη εδώ ο μακαρίτης ο αδερφός μου, ο επιφανής μέγας στρατοπεδάρχης, χτίσαμε μαζί εξ᾽ ολοκλήρου στο επιφανές και λαμπρότατο Άγιον Όρος ένα μοναστήρι, και το αφιερώσαμε στον Παντοκράτορα Χριστό. Από τότε λοιπόν που εκείνος έφυγε από την ζωή, ανέλαβα μόνος μου ό,τι απέμενε για την πλήρη ολοκλήρωση των οικοδομών και, αφού διασφάλισα για το μοναστήρι πολλά και όμορφα κτήματα και εξαρτήματα που βρίσκονται σε διάφορους τόπους αλλά και στο ίδιο το Άγιον Όρος, συνεχίζω να συνεργώ μέχρι και τώρα , αν και με αποκλειστικά δικά μου έξοδα, όσο μού το επιτρέπουν η προθυμία και οι δυνατότητές μου...). Πέθανε μάλλον πριν τον Μάιο του 1387 και ενταφιάστηκε στο Μοναστήρι, πλάι στον αδερφό του.