Ένα από τα πλακίδια των δώρων των μάγων.

ΚΕΙΜΗΛΙΑ

ΚΕΙΜΗΛΙΑ

Τα δώρα των μάγων είναι πλάκες χρυσού, με λεπτή διακόσμηση χαλδαϊκής και χάντρες, στις οποίες έχουν πλαστεί μαζί η αρωματική σμύρνα και το λιβάνι. Φυλάσσονται μέσα σε πολλά περίτεχνα κιβωτίδια, στο καθολικό του Μοναστηριού και κάποια παρουσιάζονται στους προσκυνητές ή κάποτε βγαίνουν για ευλογία και εκτός του Αγίου Όρους.

Οι μάγοι, ψηφιδωτό του 6ου αιώνα στον Άγιο Απολλινάριο το νέο, Ραβέννα.

ΗΛΘΟΜΕΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΑΙ

ΗΛΘΟΜΕΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΑΙ

Το ευαγγέλιο του Ματθαίου είναι το μόνο από τα τέσσερα που μιλάει για την προσκύνηση των μάγων: «Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλέεμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα (2) λέγοντες, Ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ. (3) ἀκούσας δὲ ὁ βασιλεὺς Ἡρῴδης ἐταράχθη καὶ πᾶσα Ἱεροσόλυμα μετ’ αὐτοῦ, (4) καὶ συναγαγὼν πάντας τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς τοῦ λαοῦ ἐπυνθάνετο παρ’ αὐτῶν ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται. (5) οἱ δὲ εἶπαν αὐτῷ, Ἐν Βηθλέεμ τῆς Ἰουδαίας· οὕτως γὰρ γέγραπται διὰ τοῦ προφήτου· (6) Καὶ σύ, Βηθλέεμ γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαόν μου τὸν Ἰσραήλ. (7) Τότε Ἡρῴδης λάθρᾳ καλέσας τοὺς μάγους ἠκρίβωσεν παρ’ αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ φαινομένου ἀστέρος, (8) καὶ πέμψας αὐτοὺς εἰς Βηθλέεμ εἶπεν, Πορευθέντες ἐξετάσατε ἀκριβῶς περὶ τοῦ παιδίου· ἐπὰν δὲ εὕρητε ἀπαγγείλατέ μοι, ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν προσκυνήσω αὐτῷ. (9) οἱ δὲ ἀκούσαντες τοῦ βασιλέως ἐπορεύθησαν, καὶ ἰδοὺ ὁ ἀστὴρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτοὺς ἕως ἐλθὼν ἐστάθη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον. (10) ἰδόντες δὲ τὸν ἀστέρα ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην σφόδρα. (11) καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν. (12) καὶ χρηματισθέντες κατ’ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρῴδην, δι’ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν...»

Θεοτόκος ο Καθρέπτης, φορητή εικόνα της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου, 11ος-12ος αιώνας.

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ

Η παράδοση αναφέρει πως η Μάρω θέλησε να μεταφέρει αυτοπροσώπως στην Ιερά Μονή του Αγίου Παύλου τα δώρα των μάγων, μαζί με πολλά άλλα αντικείμενα. Ωστόσο, μετά την αποβίβασή της στην ακτή και ενώ ήταν έτοιμη να ανηφορίσει προς το μοναστήρι, άκουσε φωνή που της έλεγε να μην προχωρήσει πιο πέρα, γιατί εδώ στο Άγιον Όρος υπάρχει μια άλλη βασίλισσα, η Θεοτόκος· η Μάρω σταμάτησε χωρίς δεύτερη σκέψη και στο σημείο χτίστηκε αργότερα ένα εκκλησάκι.

Η Μάρα Μπράνκοβιτς σε μικρογραφία στο τυπικό της Ιεράς Μονης Εσφιγμένου, 1429.

ΜΑΡΩ

ΜΑΡΩ

Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως οι Οθωμανοί φαίνεται πως πρόσφεραν τα δώρα των μάγων, που διατηρούνταν εκεί, στην σύζυγο του σουλτάνου Μουράτ Β´, Μάρα Μπράνκοβιτς, η οποία βέβαια ήταν χριστιανή. Η Μάρα είχε αναλάβει να συνεχίσει το έργο του πατέρα της, του δεσπότη της Σερβίας Γεωργίου Μπράνκοβιτς, ο οποίος είχε χρηματοδοτήσει την ανακαίνιση της δυτικής πτέρυγας της Ιεράς Μονής του Αγίου Παύλου. Ξέρουμε πως η Μάρω από την Έζοβα, όπως έμεινε γνωστή στο μοναστήρι, δώρισε το μετόχι του Πρέβλακα το 1471 και μετά τον θάνατό της, το 1478, το μετόχι της Μαροβίτσας. Η Μάρω λοιπόν, δεν είναι γνωστό ποια ακριβώς χρονιά, προσέφερε στο Μοναστήρι τα δώρα που είχαν προσφέρει οι μάγοι στον Χριστό.

Μικρός επιστήθιος σταυρός.

ΑΠΟ ΠΟΘΟ ΗΣΥΧΙΑΣ

ΑΠΟ ΠΟΘΟ ΗΣΥΧΙΑΣ

Αφού το μοναστήρι του προόδευσε, οδηγημένος από «πόθο ησυχίας» ο όσιος Παύλος πήγε να εγκατασταθεί στην σημερινή θεση της Ιεράς Μονής του Αγίου Παύλου, στους πρόποδες του Άθωνα. Γρήγορα δημιουργήθηκε πάλι γύρω του ένας κύκλος μαθητών. Το μονύδριο που ίδρυσε ήταν αφιερωμένο στην Θεοτόκο. Μετά την κοίμησή του, μάλλον στα τέλη του 10ου αιώνα, το ίδρυμα ήταν γνωστό ως «Ξηροποτάμου» ή «Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου του κυρού Παύλου» και φαίνεται πως είχε γίνει στο μεσαίο βράχο από τους τρεις, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται σήμερα το παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου, έργο του 16ου αιώνα.

Ο άγιος Παύλος ο Ξηροποταμινός στις τοιχογραφίες του Πρωτάτου, περίπου 1283-1300.

ΩΣ ΕΠΑΙΤΗΣ

ΩΣ ΕΠΑΙΤΗΣ

Ποιος όμως ήταν ο σπουδαίος ασκητής που ίδρυσε αρχικά το μοναστήρι, ο όσιος Παύλος ο Ξηροποταμινός; Γνωρίζουμε ελάχιστα. Δυστυχώς ο βίος του γράφτηκε πολύ μεταγενέστερα από την εποχή του και θεωρείται σε μεγάλο βαθμό φανταστικός. Η παράδοση διασώζει πως κατείχε υψηλό αξίωμα στην αυτοκρατορική αυλή και ανώτατη μόρφωση, κάτι που δείχνει να επιβεβαιώνει από παλιά η εικονογράφισή του ως ευνούχου. Έφυγε από την Βασιλεύουσα κρυφά, ως επαίτης, και ήρθε στον Άθωνα, μάλλον στο δεύτερο μισό του 10ου αιώνα. Ίδρυσε αρχικά την Μονή Ξηροποτάμου, κοντά στο λιμάνι της Δάφνης, πιθανότατα ένα από τα παλαιότερα κοινόβια του Αγίου Όρους, στα χρόνια του αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη.

Ο Γεώργιος Μπράνκοβιτς σε μικρογραφία στο τυπικό της Ιεράς Μονης Εσφιγμένου, 1429.

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Με τις δωρεές τους τον 15ο αιώνα, οι Σέρβοι δεσπότες Στέφανος-Γρηγόριος Μπράνκοβιτς και Γεώργιος Μπράνκοβιτς συναριθμούνται ανάμεσα στους σημαντικότερους δωρητές της Μονής. Ο δεύτερος χρηματοδότησε την ανέγερση του νέου καθολικού, το 1447, σε θέση λίγο νοτιότερα του αρχικού ναΐδριου που είχε χτίσει ο όσιος Παύλος τον 10ο αιώνα. Το αφιέρωσε στον προστάτη του, το άγιο Γεώργιο. Έκτοτε η Μονή θα τιμάται εξίσου στο όνομα του Αγίου Γεωργίου και της Θεοτόκου, που ήταν η αρχική της αφιέρωση. Από δωρεές διαφόρων Σέρβων ηγεμόνων και ευγενών προέρχονται πολλά από τα κειμήλια που φυλάσσονται μέχρι σήμερα στο μοναστήρι.

fdc16ec5-b3a8-441f-9173-1da886b34bd3

ΕΠΑΝΙΔΡΥΣΗ

ΕΠΑΝΙΔΡΥΣΗ

Τον 14ο αιώνα η Μονή ήταν ήδη ερημωμένη, δεν είναι γνωστό για πόσο καιρό, αν και διέσωζε την ανάμνηση της ίδρυσής της από τον όσιο Παύλο τον Ξηροποταμηνό. Επανιδρύεται το 1383/4 από δύο Σέρβους μοναχούς, τον Χιλανδαρινό Γεράσιμο (κατά κόσμο Νικόλαο) Ραδώνια και τον Βατοπαιδινό Αντώνιο (πρώην Αρσένιο) Παγάση. Αμφότεροι υπήρξαν γόνοι ευγενών οικογενειών της Σερβίας και μάλιστα ο πρώτος προερχόταν από την μετέπειτα ηγεμονική οικογένεια των Μπράνκοβιτς. Οι δύο μοναχοί αγόρασαν το ερημωμένο κελλίον του Αγίου Παύλου από τη Μονή Ξηροποτάμου, στην οποία είχε περιέλθει μετά την ερήμωσή του. Δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τα έργα που πραγματοποίησαν, όμως φαίνεται πως εξακολουθούσαν να είναι περιορισμένα στην περιοχή του μεσαίου βράχου. Είναι όμως βέβαιο πως μια νέα ζωή ξεκίνησε για το μικρό, τότε, μοναστήρι.

Το σκίτσο του Μπάρσκι

ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΙΑ

ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΙΑ

Τον 18ο αιώνα παρατηρείται μια σημαντική αλλαγή για την ιστορία της Μονής, την οποία επισημαίνει και ο Μπάρσκι κατά την δεύτερη επίσκεψή του. Ο πληθυσμός των μοναχών από κυρίως σλαβικής καταγωγής (σερβικής ή βουλγαρικής) γίνεται σταδιακά ελληνικής, αλλάζοντας έτσι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του μοναστηριού. Η αιτία της αλλαγής δεν είναι γνωστή. Πιθανολογείται ότι ο αυστρο-οθωμανικός πόλεμος του 1684-1699 απέκοψε τον υπό οθωμανική κυριαρχία χώρο του Αγίου Όρους από τις περιοχές της μείζονος Μακεδονίας και της Σερβίας, από όπου προέρχονταν εν πολλοίς μέχρι τότε οι Αγιοπαυλίτες. Επιπλέον, η κυριαρχία των ελληνόφωνων Φαναριωτών στις παραδουνάβιες ηγεμονίες βοήθησε στον πολλαπλασιασμό των ελληνόφωνων μοναχών. Γιατί όμως η αδελφότητα ήταν ως τότε κυρίως σλαβόφωνη;

Χαλκογραφία της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου, από το αρχείο της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος.

ΤΡΕΙΣ ΒΡΑΧΟΙ

ΤΡΕΙΣ ΒΡΑΧΟΙ

Κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του το Μοναστήρι είχε πολύ μικρότερο μέγεθος. Αναπτύχθηκε σταδιακά, στριμωγμένο πάνω σε μια σειρά τριών διαδοχικών ψηλών βράχων που ορθώνονταν στην πλαγιά του βουνού, σχεδόν ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλον. Η διάταξη αυτή παρουσιάζεται στο σχέδιο του ρώσου μοναχού – περιηγητή Βασιλείου Μπάρσκι, που εκπόνησε κατά το δεύτερο ταξίδι του στον Άγιον Όρος το 1744, αλλά είναι ακόμα και σήμερα ορατή από την εξωτερική πλευρά της βόρειας πτέρυγας, απέναντι από τη βαθιά και απόκρημνη ρεματιά. Ο Μπάρσκι, μάλιστα, σημειώνει στο ημερολόγιό του πως η αρχιτεκτονική διάταξη της Ιεράς Μονής του Αγίου Παύλου δεν μοιάζει με κανενός άλλου αγιορείτικου μοναστηριού. Πάνω στον τρίτο βράχο, προς τα ανατολικά, στέκεται ακόμη ο μεγάλος πύργος της μονής, ενώ ένας τέταρτος βράχος ανάλογου μεγέθους βρίσκεται λίγο πιο πέρα, ανατολικά και έξω από τον περίβολο.